Beyrouth φτωχή μου Beyrouth

Παυλίνα Νικολοπούλου

Λίγες μέρες μετά την έκρηξη στο λιμάνι της Βυρηττού το απόγευμα της Τρίτης, οι νεκροί μετριούνται σε εκατοντάδες, οι τραυματίες σε χιλιάδες ενώ όσοι έζησαν τα γεγονότα μιλούν για σκηνές Αποκάλυψης.

Η έκρηξη στο λιμάνι της πόλης, απρόσμενη και αιφνίδια, αναμένεται ότι θα επιδράσει καταλυτικά στις οικονομικές διεργασίες και τις κοινωνικές εξελίξεις, μεταβάλλοντας βίαια το πολιτικό σκηνικό και δημιουργώντας νέες συνθήκες για τα διεκδικητικά κινήματα που αναπτύσσονταν δυναμικά τους τελευταίους μήνες στη χώρα.

Πλούσια ελίτ-φτωχός λαός

Γιατί αν και η συμφορά χτύπησε σαν κεραυνός, μόνο «εν αιθρία» δεν διαβιούσαν οι κάτοικοι του Λιβάνου. Τους τελευταίους μήνες σοβούσε στη χώρα μία σοβαρότατη κρίση που την έφερε στα πρόθυρα της χρεωκοπίας. Η αναιμική οικονομία της σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερα μεγάλες ανισότητες στην κατανομή του πλούτου δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μείγμα. Ο λαός του Λιβάνου ζούσε εδώ και καιρό υπό την πολιτική κυριαρχία μια διεφθαρμένης ελίτ, που έχει συσσωρεύσει αμύθητο πλούτο σε βάρος του, την ίδια ώρα που τον οδηγεί σε μια όλο και μεγαλύτερη φτώχεια.

Το πλουσιότερο 1% των Λιβανέζων κατέχει το 40% του πλούτου και το 23% του εθνικού εισοδήματος, σύμφωνα με μελέτη του Παρατηρητηρίου για τις παγκόσμιες ανισότητες.[1] Το κρατικό χρέος αντιπροσωπεύει το 150% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), ενώ το δημόσιο έλλειμμα του αγγίζει το 11%. Η εξυπηρέτηση του χρέους (πληρωμή τόκων και μέρους των δανείων ) φτάνει τα 4 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Η ανάπτυξη είναι σχεδόν μηδενική (περίπου 0,2% το 2018) την ίδια στιγμή που η χώρα δυσκολεύεται όλο και περισσότερο να καλύψει τις ανάγκες της σε συνάλλαγμα για τις εισαγωγές αναγκαίων προϊόντων (κυρίως, μαζούτ, φάρμακα και δημητριακά), οι οποίες αντιπροσωπεύουν τέσσερις φορές το επίπεδο των εξαγωγών της. Οι εισροές κεφαλαίων από τη διασπορά και οι ξένες επενδύσεις δεν επαρκούν πλέον για να διατηρηθεί το σύστημα: τα κεφάλαια διαρρέουν τώρα πιο γρήγορα από ό,τι εισέρχονται. Στα μέσα Δεκεμβρίου του 2019, επιβλήθηκαν ακόμη και περιορισμοί πρόσβασης στην κατοχή ξένων νομισμάτων.

Την τελευταία δεκαετία οι διεθνείς συνθήκες συνέβαλλαν στην επιδείνωση της κατάστασης για την, ήδη χειμαζόμενη, λιβανέζικη οικονομία. Από το 2011, ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία, επηρέασε αρνητικά τον εύθραυστο γεωργικό τομέα, ιδιαίτερα των απομακρυσμένων παραμεθόριων περιοχών, οι οποίες συγκαταλέγονται στις φτωχότερες του Λιβάνου, όπως είναι π.χ. οι περιοχές της Bekaa και της Akkar, που ζούσαν κυρίως χάρη στο εμπόριο με συριακές πόλεις όπως το Homs.

Τρία χρόνια αργότερα, η πτώση των τιμών του πετρελαίου το 2014, είχε ως αποτέλεσμα οι χρηματοοικονομικές ροές από χώρες του Κόλπου να έχουν σχεδόν σταματήσει, και ο τουρισμός από το Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα, να έχει υποστεί σημαντικό πλήγμα.

Τέλος η άνοδος στην εξουσία του Ντόναλντ Τραμπ, οδήγησε σε ενίσχυση των αμερικανικών κυρώσεων εναντία σε λιβανέζικες τράπεζες για τις οποίες υπήρξαν υπόνοιες πως διατηρούσαν σχέσεις με τη Χεζμπολάχ, το σιιτικό κόμμα που συγκρούεται με τις πολιτικές του Ισραήλ. Οι κυρώσεις αυτές επιβάρυναν σημαντικά την λιβανέζικη οικονομία καθώς ο τραπεζικός τομέας αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της. Έτσι όταν, ένα χρόνο πριν, τον Αύγουστο του 2019, η Jammal Trust Bank (JTB), κατηγορήθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ότι υποστήριζε τη Χεζμπολάχ και το Ιράν, τα περιουσιακά στοιχεία της στις Ηνωμένες Πολιτείες δεσμεύτηκαν και απαγορεύτηκαν οι συναλλαγές της σε δολάρια. Ένα μήνα αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2019, ξεκίνησε η διαδικασία εκκαθάρισης.

Προκειμένου να ικανοποιήσει τους διεθνείς δανειστές, ώστε να πετύχει ένα δάνειο ύψους 11,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων, για την ενίσχυση των υποδομών της χώρας,- με χαμηλά επιτόκια- η κυβέρνηση δεσμεύτηκε, στο οικονομικό συνέδριο για την ανάπτυξη του Λιβάνου, που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι τον Απρίλιο του 2018, να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα, κατά 1% του ΑΕΠ για πέντε χρόνια. Ένα σχεδόν αδύνατο στοίχημα.[2]

Για να ανταποκριθεί σε αυτές τις υποχρεώσεις και να αντιμετωπίσει την οικονομική κατάρρευση της χώρας, ο πρωθυπουργός Χάριρι προχώρησε τον Απρίλιο του 2019, σε μία άνευ προηγουμένου «θεραπεία λιτότητας». Ο προϋπολογισμός του 2019 που εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο τον Ιούλιο, έπληξε με ιδιαίτερη σφοδρότητα την λειτουργία και τις παροχές του δημόσιου τομέα. Πάγωμα των προσλήψεων, συμπεριλαμβανομένου του στρατού, τέλος στην πρόωρη συνταξιοδότηση για τρία χρόνια, μείωση της εκπαιδευτικής βοήθειας σε παιδιά υπαλλήλων.

Οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 40% του συνόλου των υπαλλήλων στο Λίβανο, υποφέρουν από τον πληθωρισμό που καλπάζει και τη συνεχιζόμενη υποτίμηση της λιβανικής λίρας έναντι του δολαρίου και βλέπουν τον εαυτό τους όλο και περισσότερο ως ένα τμήμα των φτωχών μεσαίων τάξεων. Επιπλέον, οι δημόσιες υπηρεσίες λειτουργούν πλέον, με πολλούς συμβασιούχους, όπως π.χ. το Πανεπιστήμιο του Λιβάνου, οι οποίοι δεν επωφελούνται από την Κοινωνική Ασφάλιση, ούτε από την κάλυψη των εξόδων ταξιδιού, και δεν συνεισφέρουν στα δημόσια ταμεία για τη συνταξιοδότηση τους. Εργάζονται για χρόνια ως συμβασιούχοι, ενώ η πιθανότητα μονιμοποίησής τους απομακρύνεται όλο και περισσότερο.

Οι πολιτικές λιτότητας είχαν ως αποτέλεσμα μία έκρηξη απεργιών και διαδηλώσεων, την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2019 που κορυφώθηκε το φθινόπωρο. Δημόσιοι υπάλληλοι, εργαζόμενοι στην Κοινωνική Ασφάλιση, καθηγητές Πανεπιστημίου απεργούν. Αλλά είναι κυρίως το κίνημα των συνταξιούχων του στρατού που από την άνοιξη κινητοποιείται ενάντια στα μέτρα λιτότητας καθώς ο προϋπολογισμός του 2019 προβλέπει μηνιαίο φόρο 1,5% επί των συντάξεων τους. Στις 20 Μαΐου, αυτοί οι βετεράνοι προσπάθησαν να εισβάλουν στο Κοινοβούλιο για να αντιταχθούν στα μέτρα και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, μπλόκαραν αρκετούς δρόμους στην πρωτεύουσα, συγκρουόμενοι κάποιες φορές με εν ενεργεία στρατιώτες. Μια εβδομάδα πριν από τη λαϊκή εξέγερση του φθινοπώρου, συγκεντρώθηκαν και πάλι μπροστά από το υπουργείο Οικονομικών διαμαρτυρόμενοι γιατί επί εννέα μήνες το κράτος δεν κατέβαλε τις συντάξεις των νέων συνταξιούχων του στρατού. Οι κινητοποιήσεις τους αντιμετωπίστηκαν με μεγάλη συμπάθεια από την κοινή γνώμη, η οποία τους θεώρησε ως εμπροσθοφυλακή των αγώνων ενάντια στη λιτότητα, καθώς στο Λίβανο ο στρατός εμφανίζεται συχνά ως ουδέτερος απέναντι στις πολιτικές συγκρούσεις που διαλύουν τη χώρα, λιγότερο εκτεθειμένος στις δημόσιες αντιπαραθέσεις, εγγυητής μιας συνεχώς επαπειλούμενης ασφάλειας.

Η εξέγερση

Η κοινωνική εξέγερση που ξέσπασε τον Οκτώβριο του 2019 υπήρξε αποτέλεσμα των πολιτικών σκληρής λιτότητας και του αντίκτυπου που αυτές είχαν στη δημόσια διοίκηση και τις μεσαίες τάξεις, καθώς και της συνεχούς αύξησης των φόρων, η οποία επηρέαζε ιδιαίτερα τις εργατικές τάξεις.

Στις 17 Οκτωβρίου 2019, ο Υπουργός Τηλεπικοινωνιών του Λιβάνου, κ. Mohammad Choucair, αποφάσισε την επιβολή μηνιαίου φόρου – γνωστού ως “WhatsApp” – δύο δολαρίων (1,80 ευρώ) σε όλες τις δωρεάν τηλεφωνικές εφαρμογές. Ήταν η σπίθα που δυναμίτισε το ήδη εκρηκτικό πολιτικό τοπίο. Εκείνο το ίδιο βράδυ, εκατοντάδες νέοι διαδηλωτές, από τα φτωχότερα, κυρίως λαϊκά στρώματα, βγήκαν στους δρόμους των μεγάλων πόλεων. Την επόμενη μέρα, μπλόκαραν τις κύριες αρτηρίες της χώρας και οργάνωσαν διαδηλώσεις σε εμβληματικά μέρη, όπως η Πλατεία των Μαρτύρων στη Βηρυτό. Η κυβέρνηση αντέδρασε αμέσως κλείνοντας τις δημόσιες υπηρεσίες, τα πανεπιστήμια και τα δημόσια σχολεία γεγονός που αντί να ανακόψει το κύμα της οργής, αντιθέτως, ενθάρρυνε όλο και περισσότερους ανθρώπους να βγουν στους δρόμους.

Τότε αποφασίστηκε το κλείσιμο των λιβανέζικων τραπεζών για δύο εβδομάδες σε μία προσπάθεια να αναχαιτιστεί η λαϊκή οργή και να οπισθοχωρήσει το κίνημα μπροστά στις ασφυκτικές οικονομικές συνθήκες που δημιουργούνταν, καθώς οι καταθέτες δεν είχαν πλέον πρόσβαση στη ρευστότητά τους.

Η αντίσταση δεν υποχώρησε, οι κινητοποιήσεις εντάθηκαν. Δύο μήνες μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης, οι διαδηλωτές επιμένουν. Απαιτούν την πτώση του ομολογιακού καθεστώτος, που βασίζεται στην κοινοτική κατανομή εξουσίας ανάμεσα σε Σιίτες, Σουνίτες και Χριστιανούς. Μετά την παραίτηση του Πρωθυπουργού Σαν Χαρίρι (30 Οκτωβρίου), ο Πρόεδρος Μισέλ Αούν ανέθεσε στον Χασάν Ντιάμπ, πρώην υπουργό Παιδείας (2011-2014), να σχηματίσει κυβέρνηση τεχνοκρατών στις 19 Δεκεμβρίου. Μία λύση που δεν κατάφερε να ικανοποιήσει τους εξεγερμένους.

Πώς θα μπορούσε άλλωστε; Αν και ο «φόρος WhatsApp» ακυρώθηκε μετά τις διαμαρτυρίες, μία σειρά φόρων, που πλήττουν τα λαϊκά στρώματα κυρίως, παραμένουν, όπως π.χ. η αύξηση του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) από 10 σε 11%, (από το 2017) καθώς και μια σειρά εισφορών για τον καπνό και το αλκοόλ.

Εκτός αυτού οι αιτίες που πυροδότησαν την εξέγερση είναι, συν τοις άλλοις, η ομόφωνη καταδίκη της διαφθοράς των πολιτικών ελίτ και της έλλειψης ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών: το 20% των Λιβανέζων δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό και οι διακοπές ρεύματος στην Βηρυτό διαρκούν από τρεις έως δώδεκα ώρες στις περισσότερες περιοχές.

Όχι στην εξουσία των τραπεζών

Η παντοδυναμία των τραπεζών αμφισβητείται. «Όχι στην εξουσία των χρηματιστών», λέει ένα από τα συνθήματα του κινήματος ενώ μία μερίδα των διαδηλωτών στράφηκε ενάντια στις τράπεζες. Ο Samer Frangie, καθηγητής πολιτικών επιστημών, ανένταχτος αριστερός ακτιβιστής, περιγράφει:

Πρέπει να επιστρέψουμε στην αρχή της επανάστασης. Οι τράπεζες έκλεισαν για αρκετές ημέρες. Πιστεύεται ότι αυτό τους επέτρεψε να ελέγξουν τη ρευστότητα, να βγάλουν κεφάλαια από τη χώρα. Και από εκεί, προέρχεται νομίζω μία ακόμα κρίση ρευστότητας, αλλά δεν θέλουν επίσημα να το πουν. Και καθώς οι επιθέσεις αυξάνονται, το σκηνικό γίνεται όλο και πιο βίαιο, μια τράπεζα κάηκε το Δεκέμβριο. Από τον Νοέμβριο οι επιθέσεις ή οι ενέργειες κατά των τραπεζών επαναλαμβάνονται καθημερινά. Γίνονται ρουτίνα. Σήμερα ένας τύπος έφερε το φορτηγό του για να μπλοκάρει μια τράπεζα επειδή αρνήθηκαν να του δώσουν τα χρήματά του. Παίρνει αστείες μορφές μερικές φορές, δεν είναι ποτέ πραγματικά βίαιο με την έννοια ότι θα υπήρχαν θάνατοι και τραυματισμοί, αλλά θα συμβεί κάποια στιγμή. Ένας τύπος που θα τρελαθεί. Νομίζω, λοιπόν, ότι θα κλείσουν τις τράπεζες για να εξαντληθεί πλήρως κάθε ρευστότητα ακόμα και τα τελευταία αποθέματα. Και επιπλέον το μέτρο έχει και μία πειθαρχική πλευρά. Διακόπτετε την πρόσβαση όλων σε μετρητά για μια εβδομάδα και ελπίζετε ότι οι άνθρωποι θα είναι περισσότερο υποταγμένοι μετά από αυτό.[3]

Στη Βηρυτό, το Nabatieh (νότιος Λίβανος), καθώς και την Τρίπολη, στο βορρά, οι διαδηλώσεις είναι συνεχείς για δύο μήνες μπροστά από τα γραφεία της Banque du Liban και των κύριων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας. Αυτά κατέχουν αντίστοιχα το 35,3% και το 40,1% του δημόσιου χρέους. Πράγματι, από το τέλος του εμφυλίου πολέμου (1975-1990), το στοίχημα του πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι (δολοφονήθηκε το 2005) και των πολιτικών ελίτ ήταν να χρηματοδοτήσει την ανοικοδόμηση της χώρας μέσω, κρατικού κυρίως, δανεισμού από τράπεζες -μερικές από τις οποίες ανήκαν σε πολιτικούς- και που με τη σειρά τους επωφελήθηκαν από τα υψηλά επιτόκια.

Εξ ου και μία νέα διεκδίκηση εμφανίστηκε στις διαδηλώσεις την άνοιξη στο Λίβανο: αναδιάρθρωση του εσωτερικού τραπεζικού χρέους, προκειμένου να σωθεί η οικονομία, μείωση του δημόσιου χρέους και επανασχεδιασμός του προϋπολογισμού ώστε ένα μέρος του να κατευθυνθεί υπέρ των λαϊκών τάξεων.

Σε μια χώρα όπου ο νεοφιλελευθερισμός κυριαρχεί, το αίτημα αυτό είναι σχεδόν επαναστατικό. Προβάλλεται από χώρους και κινήματα που βρίσκονται στο αριστερό άκρο του πολιτικού σκηνικού: το Κομμουνιστικό Κόμμα του Λιβάνου, το Κίνημα των Πολιτών, με επικεφαλής τον πρώην υπουργό εργασίας Charbel Nahas, την Κίνηση της Νεολαίας για αλλαγή, το Λαϊκό Κίνημα του πρώην εθνικιστή Άραβα βουλευτή Najah Wakim, τη Νασερική Λαϊκή Οργάνωση του Oussama Saad, βουλευτή της Saïda.

Οι πολιτικοί αυτοί χώροι, αντιτίθενται επίσης στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων που έχει στόχο την πώληση των τελευταίων κρατικών επιχειρήσεων. Στις 21 Οκτωβρίου 2019, ο Hariri, ο οποίος ήταν ακόμα τότε αρχηγός της κυβέρνησης, κάτω από την πίεση του κινήματος, υπόσχεται τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών και ανακοινώνει, γεγονός χωρίς προηγούμενο, ότι οι λιβανικές τράπεζες θα συμβάλουν στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Αλλά σχεδιάζει επίσης την ολική ή μερική ιδιωτικοποίηση της εθνικής αεροπορικής εταιρείας, των τηλεπικοινωνιών, του λιμένα της Βηρυτού, του Casino du Liban των πάντων, χωρίς την παραμικρή αναφορά στην κοινωνική ανακατανομή του πλούτου.

Σχέδιο «διάσωσης» του ΔΝΤ

Αναδιάρθρωση του χρέους, αντίθεση στις ιδιωτικοποιήσεις, μετάβαση από ένα σύστημα που στηρίζεται στις εισαγωγές αγαθών και εμπορευμάτων σε ένα παραγωγικό σύστημα, πολιτικές αναδιανομής του πλούτου προς όφελος των λαϊκών τάξεων, αυτές οι ιδέες έχουν κερδίσει πολύ έδαφος από την εξέγερση της 17ης Οκτωβρίου και μετά.

Ωστόσο το κίνημα δεν είναι ενιαίο, υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη ριζοσπαστικοποίηση του. Ορισμένες από τις πολιτικές οργανώσεις που συμμετέχουν σε αυτό θα ήταν ικανοποιημένες αν μπορούσαν να πετύχουν, έναν «καθαρό» λιβανικό καπιταλισμό, όπου ο αγώνας ενάντια στη διαφθορά και ένας νέος εκλογικός νόμος θα ήταν αρκετοί για να αποτρέψουν όλα τα δεινά της χώρας.

Λίγους μήνες πριν την τωρινή τραγωδία οι αναλυτές εκτιμούσαν ότι οι εξελίξεις στο Λίβανο θα μπορούσαν να ακολουθήσουν τρεις κατευθύνσεις.

Α) Υπό την επίδραση αριστερών ρευμάτων στο κίνημα, να επιλεγούν λύσεις για την αναδιανομή του πλούτου προς όφελος των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων.

Β) Επιστροφή των φονταμενταλιστικών κομμάτων μέσα σε ένα πλαίσιο συνολικής οικονομικής κατάρρευσης: ελλείψει ενός κράτους ικανού να διασφαλίσει την αναδιανομή, οι συγκεκριμένοι πολιτικοί σχηματισμοί θα μπορούν να εμφανιστούν ως εγγυητές της επιβίωσης για τους φτωχότερους πληθυσμούς.

Γ) Ένα σχέδιο άμεσης «διάσωσης» μιας χρεοκοπημένης χώρας από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Λύση που θα οδηγήσει σε ακόμη σκληρότερες πολιτικές λιτότητας και σε ένα παζάρι όπου τα τελευταία δημόσια αγαθά θα ιδιωτικοποιηθούν.[4]

Η τραγωδία

Η έκρηξη της Τρίτης αλλάζει το σκηνικό σε βάρος των λαϊκών τάξεων και πιθανώς φέρνει πιο κοντά τη χώρα στην λύση του ΔΝΤ. Εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες άνθρωποι έχασαν και το τελευταίο που τους είχε απομείνει, μία στέγη πάνω από το κεφάλι τους, ενώ η οικονομία της χώρας μπαίνει σε τροχιά ακόμα μεγαλύτερης ύφεσης. Μικρή αλλά ενδεικτική των δυσκολιών είδηση: Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, Ραούλ Νεμέ, το σιτάρι που ήταν αποθηκευμένο στα σιλό, κοντά στην αποθήκη που εξερράγη έχει καταστεί ακατάλληλο για κατανάλωση με συνέπεια να πρέπει να γίνει εισαγωγή σε άλευρα, για να αντιμετωπιστεί η απώλεια.[5]

Αυτό που συνέβη σήμερα είναι μεγαλύτερο από αυτό που μπορεί να αντέξει ο Λίβανος. Αυτή η καταστροφή είναι μια πρόκληση για το κράτος και μια πραγματική τραγωδία,[6] δήλωσε ο υπουργός Υγείας Χαμάντ Χασάν, ζητώντας να τεθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης ο τομέας της Υγείας.

Η Βυρηττός είναι πλέον «κατεστραμμένη πόλη», ανακοίνωσε το Ανώτατο Συμβούλιο Άμυνας του Λιβάνου, την Τρίτη.[7] Σε τηλεοπτική εκπομπή ο πρωθυπουργός Hassan Diab, του οποίου η γυναίκα και η κόρη είναι ανάμεσα στους τραυματίες, υποσχέθηκε στους πολίτες ότι οι υπεύθυνοι για την καταστροφή θα βρεθούν και θα πληρώσουν το τίμημα.[8] Την ίδια ώρα η Χεζμπολάχ με διακήρυξή της, κάνει έκκληση, σύμφωνα με το Al-Manar, για αλληλεγγύη και καλεί όλες τις πολιτικές δυνάμεις σε κοινή δράση.[9]

Ο Λίβανος μετρά τις ανοιχτές πληγές του. Οι λαός του δέχεται ένα σκληρό χτύπημα την ώρα που επί μήνες διεκδικούσε μια καλύτερη ζωή. Μπροστά του ανοίγονται επικίνδυνοι δρόμοι και σκληρές επιλογές. Για αυτόν όπως και για όλους τους λαούς της περιοχής η τραγωδία της Βηρυτού έχει σημάνει την ώρα για ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΙ ΑΓΩΝΑ.

Πληροφορίες για το άρθρο από τις ιστοσελίδες:

https://www.monde-diplomatique.fr/2020/01/ALEM/61190

http://www.europe-solidaire.org/spip.php?article53156

http://www.europe-solidaire.org/spip.php?article53185

https://www.pressegauche.org/Liban-Beaucoup-de-gens-pensent-qu-il-faut-bruler-les-banques

https://www.anti-k.org/category/actualites/


Σημειώσεις
  1. Cf. Justine Babin, « Lydia Assouad : “Trois mille individus gagnent autant que 50 % des Libanais les plus pauvres” », Le Commerce du Levant, Beyrouth, 1er novembre 2019.

  2. Hajar Alem & Nikolas Dot-Pouillard, (Respectivement journaliste et chercheur en sciences politiques, Beyrouth) « Aux racines économiques du soulevement libanais », Le Monde Diplomatique, Janvier 2020, p.18-19. https://www.monde-diplomatique.fr/2020/01/ALEM/61190

  3. https://www.pressegauche.org/Liban-Beaucoup-de-gens-pensent-qu-il-faut-bruler-les-banques

  4. Nicolas Offenstadt, Le Pays disparu. Sur les traces de la RDA, Gallimard, coll. « Folio Histoire », Paris, 2019 (1re éd. : 2018).

  5. https://www.anti-k.org/2020/08/04/liban-diab-les-responsables-de-cette-catastrophe-devront-rendre-des-comptes/

  6. Στο ίδιο

  7. https://www.anti-k.org/2020/08/04/explosions-a-beyrouth-ce-que-lon-sait-de-la-tragedie-qui-a-frappe-la-capitale-du-liban/

  8. https://www.anti-k.org/2020/08/05/une-catastrophe-nationale-le-premier-ministre-libanais-appelle-a-la-solidarite-internationale/

  9. Στο ίδιο