10 Μαΐου 1944: Η εκτέλεση 92 πατριωτών στο Σκοπευτήριο Καισαριανής και η Βιβλιοθήκη για τον Νίκο Γλέζο

Λη Σαράφη

Πριν 80 χρόνια, στις 10 Μαΐου 1944, εννέα μέρες μετά τις εκτελέσεις των 200 κομμουνιστών την Πρωτομαγιά, εκτελέστηκαν από τους Ναζί 92 κρατούμενοι αντιστασιακοί, στον ίδιο τόπο, το Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Ανάμεσα στους 92 εκτελεσμένους ήταν ένα 19χρονο παιδί, ο Νίκος Νικολάου Γλέζος από τ’ Απεράθου της Νάξου. Πρόκειται για τον αδερφό του Μανώλη Γλέζου.

Ο Νίκος, δυόμισι χρόνια μικρότερος από τον Μανώλη, ήταν ακόμη στην κοιλιά της μάνας του όταν πέθανε ο πατέρας τους, κι έτσι όταν γεννήθηκε πήρε το όνομά του. Η μητέρα τους ήταν η δασκάλα Ανδρομάχη Ναυπλιώτου από τη Πάρο, η οποία αργότερα ξαναπαντρεύτηκε τον εκπαιδευτικό Νίκο Δημητροκάλη και απόκτησε άλλα δυο παιδιά. Το 1935 η οικογένεια μετακόμισε κι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.

Τελειώνοντας το σχολείο, ο Νίκος Γλέζος ξεκίνησε να σπουδάζει στην Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία. Μπήκε από νωρίς στην Αντίσταση, το φθινόπωρο του ’42 στο ΕΑΜ Νέων και μετά στην ΕΠΟΝ και το ΚΚΕ. Δρούσε με το ψευδώνυμο “Φωκάς”. Οι μαρτυρίες των συντρόφων και συμμαθητών του μιλούν για ένα γελαστό και ριψοκίνδυνο παιδί που έμπαινε στο μάτι των Γερμανών και των συνεργατών τους. Οι τελευταίοι τον συνέλαβαν με προδοσία στην πλατεία Συντάγματος στις 13 Απριλίου του 1944. Ο Νίκος πέρασε βασανιστήρια στα κρατητήρια της οδού Μέρλιν και στη συνέχεια στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Από εκεί τον πήραν με άλλους 91 κρατούμενους και τους εκτέλεσαν στις 10 Μαΐου 1944 στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής.

Στο βιβλίο “Νίκος Νικολάου Γλέζος”, έκδοση που συνέγραψαν και επιμελήθηκαν ο Μανώλης και η ετεροθαλής αδερφή τους Βασιλική (Μπούμπα) Δημητροκάλη, και κυκλοφόρησε το 2008, διαβάζουμε:

“Τα τελευταία λόγια του Νίκου θυμίζουν σ’ όλους μας την οφειλή προς την πατρίδα, που ο ίδιος ξεπλήρωσε με τη θυσία της ίδιας της ζωής του. Είναι γραμμένη στην άσπρη φόδρα του σκούφου του με μελανί μολύβι. Την πέταξε στη συμβολή της Ιεράς οδού, Κωνσταντινουπόλεως και Μεγάλου Αλεξάνδρου, τη στιγμή που το μαύρο καμιόνι του θανάτου τον μετέφερε από το Χαϊδάρι στην Καισαριανή για εκτέλεση μαζί τους 91 πατριώτες.

Καθώς έβγαζε το κεφάλι του κάτω από την τέντα του αυτοκινήτου και πετούσε το μήνυμα, τον είδαν περίοικοι. Τον αναγνώρισαν και, όταν η φάλαγγα των αυτοκινήτων προσπέρασε, έτρεξαν, πήραν το μήνυμα και το παρέδωσαν στην οικογένειά του. Το μήνυμα ήταν προς την μάνα του:

Αγαπητή μητέρα Σας φιλώ, χαιρε[τι]σμούς, σήμερα πάω για εκτέλεση πέφτοντας για τον Ελληνικό Λαό, Γλέζος Νίκος, Παραμυθίας 40.”

Το τελευταίο σημείωμα του Νίκου Γλέζου

Τρία χρόνια αργότερα, στα τέλη Ιουνίου του 1947, έγινε στο Γ’ Νεκροταφείο η εκταφή των εκτελεσμένων, η αναγνώριση της σορού και η αποδοχή του θανάτου από την μητέρα. Μέχρι τότε αρνιόταν να δεχτεί ότι ο Νίκος εκτελέστηκε. Τον περίμενε να γυρίσει από την αιχμαλωσία καρτερώντας τον στον σιδηροδρομικό σταθμό όπου έρχονταν τα τραίνα από τη Γερμανία, κρατώντας τη φωτογραφία του και ρωτώντας τους άλλους εάν τον είδαν.

Η θυσία του Νίκου, ο πόνος για τον χαμένο γιο και αδερφό, έγινε προσφορά για το χωριό τους. Είκοσι χρόνια μετά την εκτέλεση, τον Ιούνιο του 1964, αφού είχαν μεσολαβήσει πολλές διώξεις και αλλεπάλληλες καταδίκες και φυλακίσεις του Μανώλη, αναγγέλθηκε από την οικογένεια η ίδρυση Βιβλιοθήκης στ’ Απεράθου με το όνομα του Νίκου. Και ένα χρόνο αργότερα, στις 20 Ιουνίου 1965, έγιναν τα εγκαίνια της Βιβλιοθήκης. 

Στο λόγο που εκφώνησε ο Μανώλης Γλέζος στα εγκαίνια, αναδεικνύεται η φλόγα του και η συγκίνησή του. Είναι η ίδια συγκίνηση που νιώθουμε όλοι για τη δημιουργία κάθε δημόσιας βιβλιοθήκης. Στα λόγια του αναδεικνύεται επίσης η αντίληψη που έχει για τα βιβλία:

“Το χωριό μας, τα αγαπημένο μας Απεράθου, αποκτά επιτέλους βιβλιοθήκη. Το όνειρο του αδελφού μου – λαχτάρα όλων των χωριανών – πραγματοποιείται. […]

Θυμάμαι, ήμασταν μικρά παιδιά. Μόλις είχαμε φύγει από το χωριό. Ζούσαμε και σπουδάζαμε στην Αθήνα. Ό,τι βλέπαμε τότες στη μεγάλη πολιτεία που έλειπε από το χωριουδάκι μας λαχταρούσαμε να τα’ αποκτήσει και τ΄ Απεράθου. […] Ένα από τα μεγάλα μας όνειρα ήταν να αποκτήσει το χωριό μας και βιβλιοθήκη. Και γιατί όχι; Το βιβλίο είναι απαραίτητο στοιχείο ζωής, προόδου, πολιτισμού. Αστείρευτη πηγή φωτός.

Το βιβλίο γνωρίζει στον άνθρωπο τον εαυτό του, τους πλαϊνούς του, τους συνανθρώπους του. Του δίνει τη δυνατότητα να πολεμήσει την άγνοια και να γνωρίσει, να αποκαλύψει και να κατανοήσει τους νόμους που διέπουν τη φύση, την κοινωνία και τη νόηση. Του παρέχει τη δυνατότητα της λευτεριάς.”

Τα εγκαίνια της βιβλιοθήκης στ’ Απεράθου: με τα μαύρα γυαλιά η μητέρα Ανδρομάχη και αριστερά της ο Μανώλης.

Αξίζει να αναφερθεί κάτι ιδιαίτερα συγκινητικό: υπάρχει μια παράδοση δύσκολη στ’ Απεράθου, σύμφωνα με την οποία εάν μια Απεραθίτισσα που ζει μακριά απ’ το χωριό χάσει το παιδί της, δεν επιτρέπεται να ξαναγυρίσει στο νησί. Η μάνα του Μανώλη και του Νίκου, επέστρεψε πρώτη φορά στ’ Απεράθου για τα εγκαίνια της Βιβλιοθήκης. Ήταν σαν η Βιβλιοθήκη να ξαναζωντάνεψε το Νίκο κι έτσι έδωσε την άδεια στη μάνα να γυρίσει!