Το 1821 και ο πυκνός 19ος αιώνας

Ελένη Καρασαββίδου

18 Μαρτίου χθες… Και τρία «άσχετα» μεταξύ τους γεγονότα αποκαλύπτουν την βαθιά διαλεκτική της ιστορίας και την αλληλουχία των κρυφών «νοημάτων», που έγραψε κι ο ποιητής που πέθαινε σαν σήμερα…

Στα 1844 ορκίζεται Βασιλιάς ο Όθωνας σε μια στημένη στην σύνθεση της Εθνοσυνέλευση, αποκαθαρμένη από τους γνησιότερους, εντιμότερους και πια κατά βάσιν ξεχασμένους αγωνιστές του «προδομένου» 1821 που η πρώτη της απόφαση είναι να ψηφίσει εκλογικό νόμο με τον οποίο χάνουν το δικαίωμα ψήφου όλοι όσοι δεν διαθέτουν κινητή ή ακίνητη περιουσία και οι γυναίκες. Πόση απόσταση και πόση διαπλοκή από την θρυλική εθνοσυνέλευση του Άστρους, το πλέον προοδευτικό κείμενο στην Ευρώπη της εποχής(περίεργο πράγμα η σχέση του λαού αυτού με την πολιτική συνείδηση από την αρχαιότητα ακόμη, παρά την ασυνέχεια αίματος και πολιτευμάτων, και πήρε δεκαετίες κακοποιήσεων ώστε να διαρραγεί και μόνο τα θραύσματα της ζούμε εξ αντανακλάσεως σήμερα στις αμεσοδημοκρατικές συνελεύσεις, όταν γίνονταν, και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπου διαβουλεύονται οι πολίτες). Σε κείνη την εθνοσυνέλευση που είχε αποφασιστεί, πέρα από την καθολικότητα της ψήφου, να μοιραστεί κλήρος, γη, σε όλους τους διαμένοντες στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση της ανεξάρτητα από ιθαγένεια…

Μαζί με τον Όθωνα ήρθαν κι οι γκιλοτίνες κι οι παρατρεχάμενοι του σε κάθε χωριό με δικαιώματα αποκλειστικού εμπορίου (αρχή της πιο “βλάχικης” -ένα συγγνώμη απ’ τους υπέροχους βλάχους- αστικής τάξης στην Ευρώπη) κι οι διώξεις κι οι φυλακές… Έναν μόνον χρόνο αφού ο ελληνικός λαός (τρομάζοντας τους διεθνείς και ντόπιους Μέτερνιχ) με τον Κολοκοτρώνη βαδίσει στην θρυλική προς το Σύνταγμα πορεία στις 3 του Σεπτέμβρη.

Την ίδια ημέρα με την ενθρόνιση του Όθωνα, 4 χρόνια μετά, στα 1848, ξεσπά στο Βερολίνο η Επανάσταση του Μαρτίου, η σύγκρουση μεταξύ του αυτοκρατορικού στρατού και πολιτών που έβλεπαν να χάνουν τη γη και τα θραύσματα της δημοκρατίας τους, αφήνοντας πίσω εκατόμβη νεκρών.

Δεν θα περνούσαν 25 χρόνια (ο πυκνός 19ος αιώνας, ο πιο πυκνός αιώνας στην ιστορία της ανθρωπότητας στο 2ο του μισό, στ’ απόνερα των αποτελεσμάτων του οποίου ζούμε σε σημαντικό βαθμό και σήμερα) που θα ξεσπούσε στο Παρίσι η περίφημη κομμούνα με παρόμοια αιτήματα. Εκεί, νοικοκυραίοι μου, δεν υπήρξε ούτε Στάλιν ούτε Λένιν. Υπήρξε όμως η Γαλλική αστική τάξη που για φαντάσου! Ενώ πουλούσε «πατριωτισμό» μόλις είδε την πιθανότητα να πάψει να στραγγίζει την ξεσηκωμένη απ’ τους πολίτες της χώρα κάλεσε να επέμβουν στρατιωτικά ποιοι νομίζετε; Οι «προαιώνιοι» εχθροί του Γαλλικού έθνους, οι Πρώσοι! Εάν αύριο οι πολυεθνικές κάνουν κουμάντο στο Αιγαίο ενδέχεται μαζί (και μαζί με τους απελπισμένους που ήρθαν απ’ αλλού) να μας τσακίζουν κι οι δυο στρατοί στις δυο όχθες του Αιγαίου…

Γράφει ο αριστερός, ο αναρχικός Μπακούνιν (κι ας ξεστραβωθούν κάποιοι δεξιοί κι αριστεροί που αποδέχονται μη διαλεκτικά, ανιστορικά ιδεολογήματα είτε σκοτώνοντας όποιον διαφωνεί με την ηγεμονική εκφορά του δήθεν πατριωτισμού οι μεν είτε καίγοντας σημαίες οι δε) βάζοντας απ’ το μετερίζι του το αληθινό (όχι το κίβδηλο, το φυτευτό) νόημα του διεθνισμού.

«Η ευημερία του Κράτους είναι η αθλιότητα του πραγματικού Έθνους, του λαού. Το μεγαλείο και η ισχύς του Κράτους είναι η σκλαβιά του Λαού. Ο Λαός είναι ο φυσικός και νόμιμος εχθρός του Κράτους. Και αν ακόμη ο Λαός υποκύπτει – πολύ συχνά αλίμονο – στις αρχές, κάθε αρχή τού είναι μισητή. Το Κράτος δεν είναι η Πατρίδα. Είναι η αφαίρεση, ο μεταφυσικός, μυστικιστικός, πολιτικός, νομικός μύθος της πατρίδας. Οι λαϊκές μάζες όλων των χωρών αγαπούν βαθιά την Πατρίδα τους. Αλλά αυτό είναι μία φυσική πραγματική αγάπη. Ο πατριωτισμός του λαού δεν είναι ιδέα, αλλά γεγονός και ο πολιτικός πατριωτισμός, η αγάπη του Κράτους δεν είναι η ακριβής έκφραση αυτού του γεγονότος, αλλά μια εκφυλισμένη έκφραση μέσω μιας απατηλής αφαίρεσης και πάντα προς όφελος μιας εκμεταλλεύτριας μειοψηφίας.

Αλλά αυτό που είναι αρχή, είναι ο σεβασμός που ο καθένας πρέπει να έχει για τα φυσικά, πραγματικά ή κοινωνικά γεγονότα. Η εθνικότητα, όπως και η ατομικότητα, είναι ένα από τα γεγονότα αυτά. Οφείλουμε λοιπόν να τη σεβόμαστε. Η καταπίεση της είναι έγκλημα, και για να μιλήσουμε με τη γλώσσα του Μαντσίνι, αυτή γίνεται ιερή αρχή κάθε φορά που απειλείται ή καταπιέζεται. Γι’ αυτό λοιπόν αισθάνομαι ειλικρινά και πάντα τον πατριώτη κάθε καταπιεσμένης πατρίδας.
Υποκλινόμαστε, λοιπόν, μπροστά στην παράδοση, μπροστά στην ιστορία. Ή καλύτερα, τις αναγνωρίζουμε όχι γιατί μας παρουσιάζονται σαν αφηρημένα εμπόδια, που σχηματίστηκαν μεταφυσικά, νομικά και πολιτικά από τους σοφούς δάσκαλους και ερμηνευτές του παρελθόντος, αλλά μόνο γιατί έχουν περάσει πραγματικά μέσα στο αίμα και στη σάρκα, μέσα στις αληθινές σκέψεις και τη θέληση των σημερινών λαών.»

Με άλλα λόγια η αγάπη των απλών ανθρώπων για την γη τους είναι σχεδόν οργανική, δεν έχουν καν άλλη διέξοδο, και θ αγωνίζονται μόνιμα για να την φτιάξουν. Η αγάπη όσων στην στραβή θα φύγουν με τζετ είναι κυρίως εμπόριο και νομιμοποίηση της ιεραρχίας τους…

Για να ξανακάνουμε τον κύκλο και να ξαναβρεθούμε μπροστά στους αγωνιστές της Εθνοσυνέλευσης του Άστρους που θέλαν δημοκρατική την πατρίδα τους σε συνεργασία με τους τσακισμένους λαούς του καιρού τους. (και έχω τις προσεχείς ημέρες να ανεβάσω επιστολογραφία που δείχνει πράγματα, δίχως να παραγνωρίζει την αξία, την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητας ανθρώπων που υπήρχε σε κάθε τάξη είτε προς το «καλό» είτε προς το «κακό», γιατί αλίμονο αν δεν τιμάμε π.χ. την πλούσια Λασκαρίνα). Γράφει Ηλίας Γκρης μια από τις προοδευτικότερες και πιο καλλιεργημένες ποιητικές φωνές του ύστερου 20ου αιώνα: «έξι γενιές βαπτίστηκαν μέσα στην νόθευση του αυθεντικού νοήματος της επανάστασης του 1821 και εμποτίστηκαν με ψέματα και ψευδολογήματα που στόχευαν στη διαιώνιση φαιδρών ιδεολογημάτων, παραχαράσσοντας και προσβάλλοντας τα ιστορικά γεγονότα. Οι αληθινοί ήρωες παραμερίστηκαν και τη θέση τους πήραν λογής λογής τυχοδιώκτες, δολοπλόκοι, και καιροσκόποι.»

«Γιατί η Επανάσταση του ΄21 που ΄μεινε η κορυφαία επανάσταση της εποχής μας, με διακόσιες χιλιάδες σκοτωμένους αγωνιστές και τριακόσιες πενήντα χιλιάδες άμαχους νεκρούς, απέδειξε κι έγραψε με αίμα ότι η τραγωδία είναι ένα ελληνικό συνεχές. Αλλά δεν άξιζε να’ χει την τύχη που είχε. Να κάνει τους προύχοντες και κοτζαμπάσηδες με τους τουρκοχειροκροτημένους ψευδάρχοντες γερά κατέχοντες, θεμελιωτές ενός σαθρού οικοδομήματος που επιβιεί ως σήμερα. Και τους αγωνιστές, που μετάγγισαν αίμα και ψυχή στη λευτεριά, να τους καταντήσει υπόδικους, απόβλητους και χλεύη των άκαπνων αρχόντων.»

Τελικά ο πυκνός 19ος αιώνας ίσως καθρεφτίζεται εξαιρετικά σε κείνους τους στίχους του επίσης αποκαθαρμένου στα σχολικά βιβλία Λόρδου Βύρωνα: «Η παλιά φιλοδοξία πνέει ανανεωμένη, πάλι για να εμψυχώσει σάρκα τότε ξεπεσμένη”…Μύρια στήθη συνενώνει μία και κοινή αιτία/Δυτικοί κι ανατολίτες επαναστατούν με βία./Πάνω στις κορφές του Άθω και στις Άνδεις κυματίζει/λάβαρο που ναι το ίδιο και δυο κόσμους χαιρετίζει/ Αθηναίος πάλι ζώνει Αρμοδίου το σπαθί/ Ξένο αφέντη καταγγέλει ο αντάρτης στη Χιλή…” “Πόθος που πολλοί αιώνες δεν υπέταξαν ακόμη/ άνθρωποι για τη ζωή τους να αποφασίζουν μόνοι!».

Αναδημοσίευση από το tvxs

Εικόνα ανάρτησης: Θεόδωρος Π. Βρυζάκης (1814 –1878), Αθηναϊκή οικογένεια επιστρέφει στα ερείπια του σπιτιού της.