Ενάντια στην αξιολόγηση: δημιουργία και αντίσταση

του Πέτρου Μενδώνη

Γιατί άραγε η κυβέρνηση δεν φοβάται μια ελεγχόμενη σύγκρουση με τους εκπαιδευτικούς στο πεδίο της αξιολόγησης[1]; Πώς γίνεται η προώθηση του σχολείου του φόβου (και όσων τον συγκροτούν και τον ακολουθούν) να μην της κοστίζει πολιτικά; Τι είναι αυτό που δίνει αυτή την άνεση σε μια κυβέρνηση η οποία συμβουλεύεται μόνιμα τους δημοσκόπους; Είναι μονάχα ο κοινωνικός αυτοματισμός ενάντια στους εργαζόμενους, σύμφωνα με τον οποίο για τα προβλήματα της εκπαίδευσης φταίνε βασικά οι εκπαιδευτικοί; Ή μήπως η οποιαδήποτε αξιολόγηση απαντά σε κάτι που νοιάζει και τους «καλούς» ανθρώπους;

Το σημείωμα που ακολουθεί υποστηρίζει πως η κυβέρνηση με την αξιολόγηση συναντά (και) την εύλογη αναζήτηση των «καλών» ανθρώπων για πολιτικές που θα βελτίωναν τα σχολεία χωρίς να απαιτούν σημαντική χρηματοδότηση. Αυτό δεν σημαίνει ούτε πως οι άνθρωποι αυτοί απορρίπτουν την αύξηση τη δημόσιας χρηματοδότησης της εκπαίδευσης ούτε πως μοναδική έγνοια της κυβέρνησης είναι η συνάντηση της με αυτούς[2]. «Καλοί» άνθρωποι μπορεί και να υποστηρίζουν την άμεση αύξηση των μισθών των εκπαιδευτικών, τον μόνιμο διορισμό δεκάδων χιλιάδων αναπληρωτών, την ριζική βελτίωση των υλικοτεχνικών υποδομών. Αναρωτιούνται όμως ταυτόχρονα αν έχουμε φτάσει στο ανώτερο δυνατό επίπεδο οργάνωσης των δοσμένων δυνάμεων της εκπαίδευσης. Δεν χρειάζονται βέβαια ούτε πολύ χρόνο ούτε ιδιαίτερες γνώσεις για να απαντήσουν αρνητικά: αποκλείεται η σημερινή οργάνωση των υφιστάμενων δυνάμεων της εκπαίδευσης να είναι η καλύτερη δυνατή.

Η κυβέρνηση απαντάει στις αναζητήσεις αυτές των «καλών» ανθρώπων με την αξιολόγηση της. Αν εμείς, το κίνημα των εκπαιδευτικών, δεν έχουμε μια εναλλακτική απάντηση, η δημόσια κουβέντα επί του συγκεκριμένου, το γήπεδο του αγώνα, θα διαμορφώνεται από τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες κι εμείς θα παλεύουμε για να αποδομήσουμε την κυβερνητική ρητορική, χωρίς καμία απάντηση στις αναζητήσεις των «καλών» ανθρώπων. Εχθρικό γήπεδο, δύσκολος και αποκλειστικά αμυντικός αγώνας. Τι μπορεί να γίνει;

Ο κλάδος έχει ανιχνεύσει εναλλακτική απάντηση και είναι πραγματικά ευχάριστο που η ομόφωνη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της ΔΟΕ για απεργία αποχή παραπέμπει σ’ αυτήν. Η 88η γενική συνέλευση της ΔΟΕ (Ιούνιος 2019) την ονομάζει (προγραμματισμός – αξιολογική αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου) και περιγράφει τα βασικά της στοιχεία: διαδικασίες εσωτερικές και δημοκρατικές στη σχολική μονάδα[3]. Μπαίνει επίσης και στη συζήτηση συγκεκριμένων τροποποιήσεων, αποσαφηνίσεων, διασαφηνίσεων και αλλαγών που θα έπρεπε να επέλθουν στο νομικό πλαίσιο που είχε ψηφιστεί από την τότε κυβέρνηση, αποδεικνύοντας ότι η αντίπαλη στην αξιολόγηση πρόταση για την οργάνωση της δουλειάς των σχολείων όχι μόνο είναι υπαρκτή, αλλά αν η σημερινή κυβέρνηση την υιοθετούσε θα μπορούσαμε να κάνουμε βήματα για την εφαρμογή της. Αντ’ αυτού φέρνει την ατομική αξιολόγηση, την εξωτερική αξιολόγηση, την υποχρεωτική δημοσίευση προγραμματισμών και απολογισμών των σχολείων (σε ρόλο βιτρίνας καταστήματος), την ποσοτικοποίηση κάθε πλευράς της σχολικής ζωής, τις εξετάσεις στην στ’ δημοτικού και την γ’ γυμνασίου και την δημοσίευση των αποτελεσμάτων τους ανά σχολείο και τέλος τον αυταρχισμό μαζί με τις απειλές.

Γυρνώντας τώρα στο αρχικό ερώτημα μπορούμε να καταλάβουμε γιατί η κυβέρνηση προσπαθεί να καταλογίσει στείρα άρνηση στους εκπαιδευτικούς και τα σωματεία τους. Μπορούμε να καταλάβουμε γιατί αποσιωπά τις θέσεις τους, ενώ τις γνωρίζει. Θέλει να παρουσιάζεται ως η μόνη δύναμη ρεαλισμού, που νοιάζεται να βρει καλύτερες λύσεις όταν τα μέσα (χρηματοδότηση) βγαίνουν από την κουβέντα. Το συνδικαλιστικό κίνημα σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να κλείσει την κουβέντα για τη χρηματοδότηση μετά από μια μακρόχρονη περίοδο σκληρής λιτότητας και περικοπών. Έχει όμως άποψη και για όσα χρειάζονται τα σχολεία πέρα από τα λεφτά. Την άποψη αυτή πρέπει να την προβάλουμε με θάρρος: με γράμματα σε γονείς, με συναντήσεις ανά σχολείο, με δημοσιεύσεις, με αφίσες κλπ. Πρέπει επίσης να την επεξεργαστούμε σε βάθος, να εντοπίσουμε, να αναδείξουμε και να συνειδητοποιήσουμε όλες τις προϋποθέσεις της (π.χ. μπορεί να είναι μια αποσπασματική πολιτική ή πρέπει να εντάσσεται σε ένα συνολικότερο πλαίσιο, ικανό να εμπνεύσει και να ενθαρρύνει;). Πρέπει κυρίως να την προετοιμάζουμε μέσα από την ατομική και συλλογική μας πράξη στο σχολείο (π.χ. δοκιμάζοντας και συζητώντας μεθόδους, τεχνικές, υλικά, περιεχόμενα). Πρέπει τέλος να συγκεντρώσουμε γύρω της όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που την υποστηρίζουν, αγνοώντας κομματικές διαφορές και φοβίες αυταπατών[4] και να επεξεργαστούμε συμφωνίες και στις προϋποθέσεις εφαρμογής της.

Αν μπορέσουμε να τα κάνουμε όλα αυτά, αν πείσουμε τους καλούς ανθρώπους ότι με τα ερωτήματα τους δεν ασχολείται μόνο η κυβέρνηση της δεξιάς, αλλά ότι κι εμείς, ένα ευρύ φάσμα πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, τα ακούμε και τα απαντάμε ορθότερα, θα καταφέρουμε όχι μόνο να αποτρέψουμε την εφαρμογή της αξιολόγησης, αλλά να υπηρετήσουμε ουσιαστικά την υπόθεση του δημόσιου σχολείου, τη δική μας υπόθεση. Και τότε η κυβέρνηση μπορεί και να φοβηθεί ακόμη και μια ελεγχόμενη σύγκρουση στο θέμα.


  1. Μια σύγκρουση δηλαδή στην οποία οι αντίπαλοί της θα βολεύονταν με το όνομα «οι συνδικαλιστές» και δεν θα κατακτούσαν με ευκολία και χωρίς αμφιβολία το όνομα «οι εκπαιδευτικοί». Χαρακτηριστικό από την άποψη αυτή είναι το πρωτοσέλιδο της 18ης Σεπτεμβρίου της εφημερίδας Καθημερινή.

  2. Η κυβέρνηση ενδιαφέρεται επίσης για την ικανοποίηση εκείνης της μερίδας της εκλογικής της πελατείας που συνδέεται με τον κοινωνικό αυτοματισμό. Ενδιαφέρεται ακόμη και για την προώθηση της ιδεολογίας του ανταγωνιστικού ατομικισμού και των τρόπων των επιχειρήσεων στα σχολεία. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα του σημειώματος αυτού.

  3. Παραπέμπω εδώ και παραθέτω γρήγορα και πρόχειρα για τους άπιστους Θωμάδες: «εσωτερική και συνεχής δημοκρατική διαδικασία με αποκλειστικό στόχο τη βελτίωση-ενίσχυση του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου , που δεν θα αφήνει αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο σύνδεσής της με την κατηγοριοποίηση (και ανάλογα με αυτήν οικονομική στήριξη) των σχολικών μονάδων ούτε και με τη μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη των εκπαιδευτικών» κλπ. Η πρόταση αυτή δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Η μελέτη της προϊστορίας της, της εξέλιξης της και της σχέσης της με άλλες προσεγγίσεις στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού κινήματος μένει να γίνει.

  4. Οι κομματικές προτεραιότητες και φοβίες είναι ζωντανές και υπονομεύουν τον αγώνα ενάντια στην αξιολόγηση, όπως φαίνεται και στην κατά τα άλλα εξαιρετική ομόφωνη απόφαση για την απεργία-αποχή από την αξιολόγηση του Δ.Σ. της ΔΟΕ όπου η σημερινή κυβερνητική επίθεση χαρακτηρίζεται με το στανιό ως «συνέχεια αντίστοιχων προσπαθειών όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, για την επιβολή της αντιδραστικής αξιολόγησης».