Γιώργος Σαπουνάς, Αναπληρωτής ΠΕ08, Δ.Σ. Σύλλογος Εκπ/κων Π.Ε. Αμαρουσίου (Διέξοδος)
Κάνοντας τον απολογισμό των τριών τελευταίων χρόνων στα σχολεία, χρόνων γεμάτα ταλαιπωρία για εκπαιδευτικούς και μαθητές/τριες, διαπιστώνει κανείς πως η πανδημία αυτή καθαυτή υπήρξε το σχετικά μικρότερο πρόβλημα. Η κυβερνητική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης υπήρξε στοχοπροσηλωμένη στη στήριξη της λειτουργίας της αγοράς και των μεγαλοεπιχειρηματιών και τα αλλοπρόσαλλα μέτρα για την δημόσια Υγεία ήταν το αποτέλεσμα μιας ορισμένης εκτίμησης του «πολιτικού κινδύνου», δηλαδή της ανοχής και των πολιτικών τάσεων της κοινής γνώμης ώστε αυτή να μην στραφεί σύσσωμη κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Στα σχολεία αυτή η κατάσταση κυριολεκτικά «απογειώθηκε» από την εμμονικά νεοφιλελεύθερη, ακροδεξιά και απόλυτα εχθρική προς την δημόσια εκπαίδευση, υπουργό Ν. Κεραμέως. Συνδύασε τη μεταφορά όλης της ευθύνης στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, συχνά με την μέθοδο των παράτυπων αν όχι και παράνομων πιέσεων των προϊσταμένων, από τον Γενικό Γραμματέα του υπουργείου και τους κατά τόπους διευθυντές εκπαίδευσης μέχρι τους πρόθυμους διευθυντές/τριες σε κάθε σχολείο, με την σκληρότερη επίθεση στα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα και των ίδιων των εκπαιδευτικών εδώ και πολλά χρόνια πλήττοντας ταυτόχρονα την ίδια την δημόσια εκπαίδευση και φυσικά τους μαθητές/τριες. Σταχυολογώντας:
- Αξιολόγηση
- Εξετάσεις Pisa
- ΑΣΕΠ
- ΕΒΕ (Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής) & Τράπεζα Θεμάτων
- Πανεπιστημιακή Αστυνομία και, βέβαια,
- Νόμος Χατζηδάκη
Η πάλη ενάντια στην αξιολόγηση
Οι επιλογές του υπουργείου για ολομέτωπη επίθεση στη δημόσια Παιδεία, ενταγμένες στο κυβερνητικό πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης των πάντων, διεκδικούν, ωστόσο, τα εύσημα του πρωταθλητή.
Αποκορύφωμα και συμπύκνωσή τους η προσπάθεια επιβολής της εμβληματικής «αξιολόγησης». Εμβληματική, διότι πέρα από το ουσιαστικό περιεχόμενο το οποίο στοχεύει στην κατηγοριοποίηση των σχολείων, την υποχρηματοδότησή τους και εν τέλει την πλήρη παράδοσή τους στην αγορά, υπηρετεί παράλληλα και άλλους, ίσως ακόμη πιο σημαντκούς και άμεσους στόχους. Την κατάργηση της ισχύος του Συλλόγου Διδασκόντων με την επαναφορά του διευθυντικού δικαιώματος, την υποχώρηση, στο πνεύμα και στην πράξη, της δημοκρατίας και της συλλογικότητας και την απόλυτη εξατομίκευση των εργαζόμενων, καλλιεργώντας ανάμεσά τους συνθήκες ακραίου ανταγωνισμού και ψυχικού κανιβαλισμού.
Σε αντίξοες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, καθώς η κοινωνική πλειοψηφία δέχεται σφοδρότατη επίθεση από την κυβέρνηση Μητσοτάκη στους όρους διαβίωσης και στα δικαιώματά της και ταυτόχρονα παραμένει σοκαρισμένη και πολιτικά αμήχανη από την ματαίωση του 2015, την ώρα που οι συνδικαλιστικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν την σαρωτική επίθεση του νόμου Χατζηδάκη που επιχειρεί να βάλει ταφόπλακα στα συνδικάτα και στο κίνημα, στην Α΄ βάθμια εκπαίδευση τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα επιθυμούσε η υπουργός και η κυβέρνηση!
Ο κλάδος αντιστάθηκε και παρέμεινε όρθιος απονομιμοποιώντας πλήρως την επιχειρούμενη αξιολόγηση και μαζί μ’ αυτήν τη συνολική ιδεολογική επίθεση στο φρόνημα των εκπαιδευτικών. Αντίσταση η οποία συντηρεί όχι μόνο τον κλάδο σε θέση μάχης και διεκδίκησης των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας των εργαζόμενων, μα συντηρεί επίσης την πάλη για την υπεράσπιση της δημόσιας Παιδείας συνολικά. Συνέβη δε και κάτι ακόμη: Η αντίσταση αυτή, στα χρόνια της κυβέρνησης Μητσοτάκη, υπήρξε ο μοναδικός, μακρόχρονος αγώνας στον δημόσιο τομέα που δεν ηττήθηκε και αποτελεί φάρο ελπίδας και αντίστασης μαζί με τις νίκες των εργατών της Cosco και της efood, στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και τις κινητοποιήσεις ενάντια στον φασισμό (Εφετείο) και στον κρατικό αυταρχισμό (Ν. Σμύρνη).
Υπεράσπιση του συνδικάτου
Πώς φτάσαμε ως εδώ και τί ρόλο έπαιξε η Ομοσπονδία και οι κατά τόπους σύλλογοι; Ποια μπορεί και πρέπει να είναι η συνέχεια; Ποια είναι τα συνδικαλιστικά και τα πολιτικά συμπεράσματα; Μ’ αυτά τα ερωτήματα βαδίζουμε στο συνέδριο της ΔΟΕ και οφείλουμε να εκτιμήσουμε την σημασία του και την σημασία των αποφάσεων που θα πάρει.
Η ΔΟΕ δεν είναι ένα συνδικάτο διαφορετικό από τα άλλα. Υποφέρει, όπως όλο το συνδικαλιστικό κίνημα, από αυτό που συχνά ονομάζουμε συνδικαλιστική γραφειοκρατία και που γενικά σημαίνει δυσκαμψία, έλλειμμα αγωνιστικότητας, πολιτικές εξαρτήσεις και, σε ορισμένες περιπτώσεις, πλήρης υποταγή στο εργοδοτικό, κυβερνητικό σύστημα, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα εξευτελισμού, τα τελευταία χρόνια, την ΓΣΕΕ.
Εντούτοις το συνδικάτο είναι εξ ορισμού εργαλείο των εργαζόμενων και όχι των αφεντικών. Στην καλύτερη περίπτωση οργανώνει τους αγώνες για τα συμφέροντα των εργαζόμενων και στην χειρότερη δεν τους οργανώνει (κάθε φορά χαρακτηρίζεται από την πολιτική σύνθεσή του). Αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά ο Μητσοτάκης και ο Χατζηδάκης. Η στρατηγική της κυβέρνησης της ΝΔ είναι να πετύχει, δια της σφοδρής και αδιάκοπης επίθεσης (σε συνθήκες τουλάχιστον αμήχανες ως προς την εναλλακτική), να «παγιώσει» την αποδοχή της πιο βάρβαρης καπιταλιστικής, νεοφιλελεύθερης και συχνά ακροδεξιάς εκδοχής από ένα πλειοψηφικό κοινωνικό τμήμα. Να κυριαρχήσει η άποψη πώς «έτσι είναι τα πράγματα και δεν μπορούν να αλλάξουν». Γι’ αυτό και η επίθεση στα συνδικάτα και ευρύτερα στις οργανωμένες συλλογικότητες των «από κάτω» αποσκοπεί στην ολοκληρωτική ακύρωση του κοινωνικού τους ρόλου. Στην καταστροφή της συνδικαλιστικής πάλης και του εργατικού και μαζικού κινήματος. Σε μια συνθήκη όπου η έννοια του συνδικαλισμένου εργαζόμενου και, ακόμα, του μέλους ΔΣ ή και προέδρου, να μην σημαίνει τίποτα. Αναζητά στην πραγματικότητα συνδικαλιστές που είτε από αμηχανία και αναποτελεσματικότητα είτε, πολύ χειρότερα, από δεξιό κυνισμό, να υπογράψουν την θανατική καταδίκη του ρόλου τους και του ρόλου του συνδικάτου.
Αυτή η κυβερνητική επιλογή βασίζεται στο μείγμα νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς που χαρακτηρίζει την κυβέρνηση Μητσοτάκη και η Κεραμέως είναι από τα στελέχη που υπηρετούν αυτή την στρατηγική με ιδιαίτερο πάθος και εμμονή. Ωστόσο, αυτή η επιλογή της ολομέτωπης επίθεσης, έχει ένα σοβαρό ρίσκο. Να προκαλέσει αντισυσπείρωση στο συνδικαλιστικό χώρο, πέρα και πάνω από τις πολιτικές ταυτότητες, στην υπεράσπιση του ρόλου του συνδικάτου αυτού καθαυτού.
Θετικά τα πεπραγμένα
Σ’ αυτή, την απολύτως ευκταία προοπτική για το εργατικό κίνημα, η ΔΟΕ έκανε ένα πρώτο αλλά πολύ σημαντικό βήμα. Φυσικά, ένα συνδικάτο με πρώτη δύναμη την ΔΑΚΕ δεν μεταβλήθηκε σε στρατηγείο της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς (χαρακτηριστική η αμηχανία της ΔΟΕ να καταδικάσει το νόμο για την απαγόρευση των διαδηλώσεων, όπως εξάλλου και να απαγορέψει ρητά τις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες στις εκλογές αντιπροσώπων για το συνέδριο, ως πρακτική απάντηση στο νόμο Χατζηδάκη). Αλλά δεν είναι αυτό το ζητούμενο! Οι συνθήκες, οι αντιφάσεις και οι συγκεκριμένοι συσχετισμοί, με δυνατή την παρουσία της Αριστεράς και, βέβαια, και οι συγκεκριμένοι άνθρωποι, έδωσαν στα πεπραγμένα της Ομοσπονδίας ένα δυσεύρετο, στις μέρες μας, εύσημο! Του μοναδικού συνδικάτου στο Δημόσιο που αντιστάθηκε με επιμονή και σχέδιο.
Είτε με πλήρη συνείδηση, όπως στην περίπτωση του εκπροσώπου των Παρεμβάσεων είτε εκ των πραγμάτων και διαμέσου των αντιφάσεων, η Ομοσπονδία κατάφερε να ξεπεράσει τον σκόπελο της απονομιμοποίησης της απεργίας – αποχής, διευρύνοντας τα όρια της συνδικαλιστικής πάλης στο πεδίο της άσκησης πολιτικής!
Η «απεργία – αποχή», ένας πρωτότυπος τρόπος πάλης χωρίς κανένα ρίσκο και κόστος για τους εργαζόμενους, που έπαιξε τον ρόλο της ανδεικνύοντας το πραγματικό φρόνημα της μεγάλης πλειοψηφίας των εκαπιδευτικών, έφτασε στα όριά της. Η ουσία εδώ δεν βρίσκεται τόσο στις αποφάσεις των δικαστηρίων, όσο κι αν καθόρισαν πρακτικά το τέλος του «μέσου», όσο στο γεγονός ότι ολοκληρώθηκε μια διαδικασία ανόδου της συνείδησης και της συμμετοχής, προετοιμάζοντας τα επόμενα, πιο δύσκολα βήματα. Γιατί, βέβαια, δεν είναι σωστό και τίμιο να προπαγανδίσουμε ότι θα πλήξουμε τόσο καίρια το κυβερνητικό σύστημα με έναν αγώνα χωρίς κανένα κόστος. Πολύ απλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Εξάλλου εδώ προκύπτει κι ένα ακόμη πρόβλημα, πολιτικό. Απέναντι σε μια τόσο επιθετική, δεξιά κυβέρνηση, πόσο πιθανό είναι να νικήσει το κίνημα στην πλέον εμβληματική μάχη για την ίδια την υπουργό και την κυβέρνηση συνολικά χωρίς να μπαίνει στην συζήτηση και ούτε καν να προπαγανδίζεται έντονα από τους πολιτικούς φορείς που αντιστοιχούν στις συνδικαλιστικές παρατάξεις, το πολιτικό σύνθημα: «να πέσει η κυβέρνηση»;
Πολιτική απ’ τα κάτω
Από αυτή την άποψη τα «ενιαία κείμενα» χρησίμευσαν ως εργαλεία μοναδικά και πολύτιμα ώστε να διαφύγουμε από το ανελαστικό δίλλημμα «μετωπική σύγκρουση απ’ τα κάτω ή τίποτα». Η μετωπική σύγκρουση «απ’ τα κάτω» προϋποθέτει αφενός συνθήκες κοινωνικής κινητικότητας σε υψηλούς βαθμούς, κάτι που δυστυχώς προς ώρας δεν συμβαίνει και αφετέρου ισχυρή πολιτική στήριξη σ’ αυτή την κατεύθυνση, κάτι το οποίο επίσης, ακόμη, δεν προσφέρεται.
Όμως, μεταξύ της «ανατροπής» και της «υποταγής» δεν υπάρχει κενό! Υπάρχει η πολιτική. Με την διάσταση των πολιτικών επιλογών από το συνδικάτο αλλά ταυτόχρονα και με την διάσταση του «από κάτω». Μάλιστα η πιο ριζοσπαστική, επαναστατική πολιτική είναι αυτή που διατίθεται στον καθένα και στην καθεμία, ως δυνατότητα δρώντος υποκειμένου και όχι απλά ψηφοφόρου. Η πάλη που χρειάστηκε να δοθεί στα σχολεία για τα ενιαία κείμενα ενέπλεξε ουσιαστικά χιλιάδες εκπαιδευτικούς που συζήτησαν, μέσα κι έξω από τις συνεδριάσεις των συλλόγων, συχνά σε πολιτικό και ιδεολογικό βάθος μεγαλύτερο από το συνδικαλιστικό επίδικο, απέκτησαν αυτοπεποίθηση ξεπερνώντας φόβους και απειλές, ανέδειξαν την δύναμη του συλλόγου διδασκόντων, καταργώντας στην πράξη το διευθυντικό δικαίωμα, και ακόμη κι όταν μειοψήφησαν έζησαν την εμπειρία της άμεσης διεκδίκησης και της πάλης, χωρίς απογοήτευση, γιατί τα 4000 σχολεία που στήριξαν την επιλογή των ενιαίων κειμένων αποτελούν νίκη για όλους/ες! Συντήρησαν την απονομιμοποίηση και την ακύρωση της «αξιολόγησης» στον κλάδο με ανοιχτό τον ορίζοντα της νίκης!
Τώρα το συνδικάτο και ο κλάδος πρέπει να σχεδιάσουν τη συνέχεια της πάλης, πιθανότατα πιο απαιτητική, ως την τελική νίκη.
Πολιτική σύνθεση και αριστερή ηγεμονία
Οι πολιτικές συνθήκες είναι ιδιάζουσες και αντανακλώνται και στην στάση των παρατάξεων στο ΔΣ της ΔΟΕ. Η ομάδα του προέδρου, της ΔΑΚΕ βρέθηκε σε αντιπαράθεση με το ίδιο της το κόμμα και την κυβέρνηση και ήδη έχει φτάσει σε υπερβάσεις της κομματικής της ταυτότητας, διαμορφώνοντας έναν ιδιότυπο δυϊσμό: στήριξε την αντιπαράθεση με την Κεραμέως και καταψηφίστηκε στις εκλογές ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης! Η ΔΗΣΥ απέδειξε με την στάση της μέχρι που φτάνει η μετάλλαξη της σοσιαλδημοκρατίας που έχει προσκυνήσει τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική. Φυσικά, δεν είναι ο απόγονος της παλιάς ΠΑΣΚΕ που ηγείτο μεγάλων εργατικών αγώνων σε προηγούμενες δεκαετίες, αλλά ο εκπρόσωπος κάθε νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης, εν προκειμένω του Μητσοτάκη. Η συχνή αμηχανία των συντρόφων/σων του Δικτύου είναι «εικονογράφηση» των διλημμάτων της «μετάβασης» του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να γνωρίζουν όμως πως το μέλλον μιας πορείας αποχαιρετισμού της ριζοσπαστικής, μαχητικής αριστερής στάσης προς κατευθύνσεις «υπεύθυνες» και «ρεαλιστικές», είναι δίχως άλλο η εικόνα που σήμερα εμφανίζει η … ΔΗΣΥ!
Για τις παρατάξεις της Αριστεράς (πέραν του ΣΥΡΙΖΑ) διαφόρων εκδοχών και απόψεων, είναι καθαρό: Η επιτυχία των ενιαίων κειμένων έχει την σφραγίδα της! Πόσο συχνά πετυχαίνει πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία τέτοιας έκτασης; Και πότε τέτοια συγκέντρωση δύναμης; Είναι κατανοητό ότι στο πολιτικό πεδίο οι δυσκολίες αλλά και οι προκλήσεις είναι τέτοιες που δεν οδηγούν αβίαστα σε συγκλίνοντα συμπεράσματα. Ο φόβος και η αμηχανία απέναντι στις διαμορφούμενες συνθήκες ενός κτηνώδους και χωρίς ιδεολογικά προσχήματα καπιταλιστικού ανταγωνισμού, που ξαναγεννά τον κίνδυνο παγκόσμιου πολέμου και ταυτόχρονα επιτίθεται με σφοδρότητα στο κίνημα, στην Αριστερά, στην κοινωνική πλειοψηφία, σε κάθε φτωχό/η, αδύναμο/η και αποκλεισμένο/η, ενδέχεται να οδηγεί σε κινήσεις αυτοπροστασίας και επιλογές επιβίωσης. Όμως, είναι αυτές οι ίδιες συνθήκες που κρύβουν και τις ευκαιρίες για το κίνημα και την Αριστερά και μάλιστα για τις πιο ριζοσπαστικές εκδοχές.
Στην περίπτωση του αγώνα των εργαζόμενων στην Α’ βάθμια εκπαίδευση αναδείχτηκε μια δυνατότητα. Χρήσιμη για τον κλάδο και το κίνημα και ακόμη πιο χρήσιμη για την Αριστερά. Εξάλλου πλέον μιλάμε εκ του αποτελέσματος καθώς και άλλες επιλογές που δοκιμάστηκαν, μεταξύ άλλων στην ΟΛΜΕ, έχουν κριθεί.
Τώρα είναι η ώρα των συμπερασμάτων και κυρίως των επιλογών για τη συνέχεια της πάλης. Η εικόνα του συσχετισμού των εδρών είναι η εικόνα του μετέωρου βήματος της ΔΟΕ. Η εικόνα της αριστερής ηγεμονίας στο αγώνα είναι η εικόνα ενός μέλλοντος του μαχητικού αλλά και αποτελεσματικού συνδικαλισμού και περισσότερο, της Αριστεράς που θέλουμε και επιθυμούμε!