του Δημήτρη Τσουκάλη
Το 1954 ελάχιστα χρόνια μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, η ποδοσφαιρική ομάδα της Δυτικής Γερμανίας παίζει στον τελικό του Μουντιάλ της Βέρνης κόντρα στη μεγάλη Ουγγαρία του Φέρντς Πούσκας.
Πριν τον τελικό κανένας δεν έδινε ελπίδες στη Γερμανία που είχε χάσει ήδη στα προημιτελικά 8-3 από τη θρυλική αρμάδα του Φέρεντς Πούσκας.
Στον τελικό ανατράπηκαν όλα τα δεδομένα και η Γερμανία του Ζεπ Χερμπέργκερ (προπονητής) και του Φριτς Βάλτερ (αρχηγός) νίκησε με 3-2, αν και έχανε στο πρώτο δεκάλεπτο 2-0, και στέφτηκε παγκόσμια πρωταθλήτρια.
Το γεγονός πήρε τεράστιες σχεδόν μυθικές διαστάσεις στη βαρύτατα τραυματισμένη Γερμανία. Στη πλατεία Μαρίεν Πλατς του Μονάχου περίμεναν τους «ήρωες» πάνω από 100.000 γερμανοί.
Η νίκη αυτή θεωρείται για τους γερμανούς το ξεκίνημα της μεταπολεμικής Γερμανίας και του μεταπολεμικού οικονομικού θαύματος.
Η νίκη αυτή έβαλε πάλι τη Γερμανία στον παγκόσμιο χάρτη, όχι πλέον για τα εγκλήματα των ναζί, αλλά για μια μεγάλη αθλητική επιτυχία. Η καταρρακωμένη ψυχολογία των γερμανών και η εθνική τους αυτοσυνειδησία άρχισε πάλι να λειτουργεί.
Όμως το θαύμα της Βέρνης έχει πολλές γκρίζες σκιές. Ελάχιστοι σήμερα αμφιβάλλουν ότι οι γερμανοί ποδοσφαιριστές ήταν ντοπαρισμένοι (Την καταγγελία έκανε πρώτος ο Φέρεντς Πούσκας λίγες μέρες αργότερα.).
Το 2004 αποκαλύφθηκε ότι μετά τον αγώνα βρέθηκε στα αποδυτήρια των νικητών μια σακούλα με τις άδειες αμπούλες .
Το ντοπάρισμα των ποδοσφαιριστών, σύμφωνα με τον ιστορικό του αθλητισμού, στο πανεπιστήμιο Χούμπολντ, Έρικ Έγγερ, έγινε με την ίδια σύριγγα και είχε σαν αποτέλεσμα οι ποδοσφαιριστές να μολυνθούν από ηπατίτιδα C. (Η ουσία που πιθανολογείται ότι χορηγήθηκε στους ποδοσφαιριστές ήταν η ουσία Pervitin, η οποία χρησιμοποιήθηκε μαζικά κατά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο για το ντοπάρισμα των στρατιωτών.)
Οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές της ομάδας της Γερμανίας πέθαναν στη συνέχεια από τις επιπτώσεις της ασθένειας. Ελάχιστοι επιβίωσαν και είχαν στη συνέχεια μια φυσιολογική ζωή. Οι ποδοσφαιριστές αυτοί επιβεβαίωσαν το γεγονός, αλλά οι ίδιοι πίστευαν ότι τους χορηγήθηκε βιταμίνη C.
Για του ηττημένους τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα. Κατηγορήθηκαν άδικα απ` τους ίδιους τους συμπατριώτες τους ότι πούλησαν το παιχνίδι στους γερμανούς.
Τα γεγονότα εκείνου του τελικού έχουν μελετηθεί διεξοδικά από γερμανικά πανεπιστήμια και είναι σχεδόν βέβαιοι όλοι για το τι έχει συμβεί. (Οι γερμανοί, απ` την πλευρά τους, ισχυρίζονται ότι και οι Ούγγροι ήταν ντοπαρισμένοι, μόνο που αντί για ενέσεις εκείνοι χρησιμοποίησαν χάπια της ίδιας, πιθανόν, ουσίας.)
Ότι κι αν έγινε όμως δεν αλλάζει την ουσία. Και η ουσία είναι ότι μια αθλητική επιτυχία «κατασκευάστηκε» για να εξυπηρετήσει πολιτικούς σκοπούς.
Δεν ήταν ούτε είναι η πρώτη φορά ούτε βέβαια η τελευταία. Η ιστορία του παγκόσμιου αθλητισμού είναι γεμάτη από τέτοια γεγονότα.
Για μας τους Έλληνες η ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων με τους «εθνικούς ήρωες» αθλητές, με το DNA του νικητή, είναι πολύ πρόσφατη για να την ξεχάσουμε.
Καλό είναι να διασκεδάζουμε, αλλά καλό είναι επίσης να μην ξεχνάμε ότι πίσω από τις «εθνικές επιτυχίες» και τους αθλητές πρότυπα κρύβονται τεράστια συμφέροντα που δεν έχουν σχέση με χαρά, διασκέδαση , παιχνίδι και ευγενή άμιλλα.
Είναι ένα παιχνίδι δισεκατομμυρίων Ευρώ με πολλές σκοτεινές πλευρές (τζόγος, αναβολικά, επιχειρηματικά και «εθνικά» συμφέροντα).