Το εξπρές του μεσονυχτίου της ΓΑΔΑ, τώρα και τότε…

Δημήτρης Μαριόλης

Κρυφά και φανερά σ’ ακολουθούνε

οι συμμορίες κι οι βασανιστές

και ψάχνουν μέρα νύχτα να σε βρούνε,

μα δεν υπάρχει δρόμος να διαβούνε

γιατί ποτέ δεν ήταν ποιητές,

το χώμα που πατούν να προσκυνούνε…

Μάνος Ελευθερίου

Ας συνοψίσουμε τα γεγονότα των προηγούμενων ημερών:

  • Η κοινωνική κατακραυγή για τη σύλληψη και τον ξυλοδαρμό του νεαρού σε πλατεία της Ν. Σμύρνης κορυφώνεται με ένα μαζικότατο συλλαλητήριο χιλιάδων πολιτών της Ν. Σμύρνης και των γειτονικών περιοχών, με πολύ έντονη την παρουσία νεολαίας.
  • Στο συλλαλητήριο, τόσο πριν, όσο και μετά τον τραυματισμό του άνδρα της ομάδας ΔΙΑΣ, οι δυνάμεις των ΜΑΤ και ΔΙΑΣ επιδίδονται σε ένα όργιο καταστολής και συλλήψεων.
  • Τις επόμενες ημέρες, βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας οι καταγγελίες για τον βασανισμό του Άρη Παπαζαρουδάκη καθώς και της 18χρονης διαδηλώτριας.
  • Ακολούθως, 22 αστυνομικοί αποστέλλουν εξώδικο στην Εφημερίδα των Συντακτών και στο Documento, επιχειρώντας να φιμώσουν ακόμα και αυτές τις λίγες εφημερίδες που αποκάλυψαν τη φρίκη των βασανιστηρίων. Το Documento δημοσιεύει το εξώδικο με τα ονόματα των αστυνομικών (πράξη αναμενόμενη και νόμιμη) και εκείνοι προχωρούν σε μηνυτήρια αναφορά με αποτέλεσμα να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης του εκδότη της εφημερίδας!

Ας πάμε τρεις δεκαετίες πίσω…

Στη μνήμη μου θα μείνει για πάντα χαραγμένη η πρώτη φορά στη ζωή μου όπου είδα ανθρώπους που έχουν υποστεί βασανιστήρια. Νοέμβριος του 1991, δικαστήρια της Ευελπίδων, συγκέντρωση αλληλεγγύης στους 33 συλληφθέντες του αντιεξουσιαστικού χώρου, οι οποίοι συνελήφθησαν διότι …αφισοκολλούσαν μια αφίσα που κατήγγειλε την αστυνομία και τις φασιστικές ομάδες ως υπεύθυνους για την πυρπόληση της Πρυτανείας του Πολυτεχνείου. Φτάνει η κλούβα με τους συλληφθέντες στα δικαστήρια, ανοίγει η πόρτα και παγώνει το αίμα μας καθώς βλέπουμε φίλους, συμφοιτητές και συντρόφους, χτυπημένους άσχημα, να κατεβαίνουν τρεκλίζοντας, άλλος με γύψο στο χέρι, άλλος με μώλωπες στο πρόσωπο. Ήταν φανερό ότι είχαν βασανισθεί. Στην αρχή δεν πιστεύεις στα μάτια σου, λες, δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό που βλέπω αυτή τη στιγμή. Η άρνηση πάντα προηγείται της οργής και της αγανάκτησης.

Εδώ οφείλουμε να αποδεχτούμε δύο παραδοχές που θεωρώ ότι δεν επιδέχονται αμφισβήτησης (τα γεγονότα είναι πεισματάρικα):

  1. Όσα βιώσαμε – και βιώνουμε – οι γενιές της μεταπολίτευσης δεν μπορούν να συγκριθούν, σε καμία περίπτωση, με την καταστολή και τα βασανιστήρια που υπέστησαν οι γενιές της δικτατορίας και του Πολυτεχνείου (για να μην μιλήσουμε για την πρώτη μετεμφυλιακή δεκαετία). Η μεταπολίτευση αποτελεί μια τομή στα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα που κατακτήθηκαν με αίμα και θυσίες. Η Αλεξάνδρας είναι κέντρο ανομίας και καταστολής αλλά δεν είναι Μπουμπουλίνας.
  2. Όπως συμβαίνει συνήθως, οι ιστορικές τομές συνοδεύονται από συνέχειες, τουτέστιν, ιδιαίτερα σε στιγμές όπου έχουμε όξυνση του ταξικού ανταγωνισμού, η αστυνομοκρατία, οι δολοφονίες αγωνιστών, η κρατική καταστολή, σε συνδυασμό με τη δράση του παρακράτους και τα βασανιστήρια ήταν και είναι εδώ.

Ωστόσο, τα πρώτα χρόνια των 90’s συνιστούσαν μια νέα τομή. Ήταν η εποχή όπου ο Μητσοτάκης ο 1ος διαβεβαίωνε τους αστυνομικούς ότι «το Κράτος είστε εσείς». Ήταν η εποχή του ενιαίου Συνασπισμού που ακολουθούσε κεντροαριστερή πολιτική, με την αυταπάτη ότι θα διεμβολίσει το ΠΑΣΟΚ. Ήταν η εποχή όπου ηγεμόνευαν οι αντιλήψεις για το «τέλος της ιστορίας», η εποχή της κατάρρευσης των ανατολικών καθεστώτων. Η εποχή όπου ο νεοφιλελευθερισμός μετατρέπεται από ιδεολογικό ρεύμα σε καθεστώς, τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας.

Σε εκείνη ακριβώς τη συγκυρία, η κυβέρνηση του Μητσοτάκη του 1ου, χρησιμοποιώντας ως εφαλτήριο και ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ τις οικουμενικές κυβερνήσεις και την κατάργηση των διαχωριστικών γραμμών από την ίδια την (οικόσιτη πλέον) αριστερά, εφορμούσε ως οδοστρωτήρας για να ισοπεδώσει μισθούς, συντάξεις, εργασιακές σχέσεις και τη δημόσια παιδεία. Τα μαζικά και δυναμικά κινήματα των μαθητικών/φοιτητικών καταλήψεων και της απεργίας διαρκείας της ΕΑΣ θα αναχαιτίσουν τη νεοφιλελεύθερη επέλαση και θα φθείρουν ανεπανόρθωτα τη δεξιά κυβέρνηση.

Σε αυτό το πλαίσιο, εντάσσονται τα γεγονότα της 25ης Οκτώβρη του 1991 όπου ένα πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο πολύ νεαρών διαδηλωτών, κυρίως μαθητών γυμνασίου και, σχετικά λιγότερων φοιτητών, θα χτυπηθεί από την αστυνομία. Ένα μέρος των κυνηγημένων διαδηλωτών στην κυριολεξία υποχρεώνεται να μπει στο Πολυτεχνείο για να προστατευθεί από την αστυνομική επίθεση. Το Πολυτεχνείο περικυκλώνεται από ΜΑΤ και παρακρατικές φασιστικές ομάδες, δημιουργείται ένα πολεμικό κλίμα και παρά το γεγονός ότι οι έγκλειστοι ενημερώνουν τη Σύγκλητο και τον Πρύτανη ότι η πρόθεσή τους είναι να αποχωρήσουν μόλις ξημερώσει, από τις 2μ.μ. δίνεται το πράσινο φως για την αστυνομική εισβολή η οποία προσδιορίζεται τις πρώτες πρωινές ώρες. Εκατοντάδες δακρυγόνα εκτοξεύονται από την αστυνομία και μετά από κάποιες ώρες ξεσπά φωτιά στο κτήριο της Πρυτανείας, χώρος ο οποίος ήταν από πολύ νωρίς απροσπέλαστος στους έγκλειστους λόγω ακριβώς της συνεχούς ρίψης δακρυγόνων. Η πυρπόληση της Πρυτανείας αναζωπύρωσε τις ελπίδες της μεταπολιτευτικής εξουσίας για την κατάργηση του ασύλου και δυσφήμησε το νεολαιίστικο κίνημα. Η φωτιά που προκάλεσαν τα δακρυγόνα, εσκεμμένα ή όχι,  χρεώθηκε στους έγκλειστους οι οποίοι – σημειωτέον – μοναδικό στόχο είχαν από την αρχή να αποχωρήσουν με ασφάλεια. Μία ημέρα μετά, μια ομάδα από 33 αναρχικούς αφισοκολλεί μια αφίσα που καταγγέλλει ότι η αστυνομία και οι παρακρατικές ομάδες έκαψαν την Πρυτανεία. Σε χρόνο ρεκόρ, οι αφισοκολλητές κυκλώνονται από μια ομάδα ΖΗΤΑ με προτεταμένα όπλα, συλλαμβάνονται και οδηγούνται στη ΓΑΔΑ.

Εκεί, από τις 3 μ.μ. ως τις 1.30 π.μ. της επομένης ημέρας, βασανίζονται και κακοποιούνται περισσότερες από μία φορά ο καθένας και η καθεμία, τόσο ομαδικά όσο και ατομικά. Με ξύλινα γκλομπς, με γροθιές και κλωτσιές, με ψυχολογικό πόλεμο, όπως διαλείμματα και επανέναρξη των βασανιστηρίων. Ιδιαίτερη «περιποίηση» δέχτηκε η Ν.Μ. όταν δήλωσε ότι είναι έγκυος 3 μηνών: ανώτερο στέλεχος της ΓΑΔΑ την έπιασε από τα μαλλιά και χτυπούσε το κεφάλι της στον τοίχο. Το μενού των βασανιστηρίων ήταν ιδιαίτερα πλούσιο, από εικονικές εκτελέσεις με κολλημένο στο κεφάλι το περίστροφο έως το γδύσιμο των κοριτσιών μπροστά σε αστυνομικούς, η υποχρέωση να στέκεσαι στο ένα πόδι όρθιος, τα σεξιστικά υπονοούμενα, η υποχρέωση των κοριτσιών να παρακολουθούν το βασανισμό των αγοριών και οι απειλές για δολοφονίες.

Για την ιστορία να πούμε ότι οι 33 αφισοκολλητές καταδικάστηκαν πρωτόδικα με 6μηνη φυλάκιση για …αφισοκόλληση, ενώ στο εφετείο αθωώθηκαν. Όσο για τη δική τους μήνυση προς τους βασανιστές τους, αυτή απλώς μπήκε στο αρχείο.

Η τριαντακονταετία που άνοιξε με την κυβέρνηση Μητσοτάκη του 1ου χαρακτηρίζεται από αυτό ακριβώς το ποιοτικά νέο στοιχείο: την αναβάθμιση των κατασταλτικών μηχανισμών και μεθόδων και την κοινή δράση κράτους και παρακράτους ενάντια στα κοινωνικά κινήματα – μια αναβάθμιση απόλυτα συναφή με τα προτάγματα του νεοφιλελευθερισμού ή του «εκσυγχρονισμού» της εποχής Σημίτη, απαραίτητη για να αντιμετωπιστούν τόσο οι κοινωνικές αντιστάσεις, όσο και τα νεολαιίστικα κινήματα. Όταν τα «κοινωνικά συμβόλαια» σχίζονταν, σε στιγμές που τα πράγματα ζόριζαν, δηλαδή οξυνόταν ο ταξικός ανταγωνισμός, η κρατική καταστολή χτυπούσε κόκκινο. Ας θυμηθούμε την καταστολή, τις απροκάλυπτες παρακολουθήσεις εκπαιδευτικών και την αστυνομοκρατία πριν και κατά τη διάρκεια της μάχης των εξεταστικών του ’98 ή τα βασανιστήρια και τις συνθήκες απίστευτης βίας και τρομοκρατίας κατά τη σύλληψη και κράτηση των 15 συλληφθέντων της αντιφασιστικής μοτοπορείας στον Άγιο Παντελεήμονα το 2012. Η λίστα είναι μεγάλη και θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη εάν όλα τα γεγονότα βασανισμού προσφύγων και μεταναστών έρχονταν στη δημοσιότητα.

Η αποκάλυψη των βασανιστηρίων, η αλληλεγγύη στους βασανισθέντες, η απαίτηση για παραδειγματική τιμωρία των άμεσων αυτουργών και η πολιτική καταδίκη της κυβέρνησης και τότε και σήμερα, το αίτημα για διάλυση των ΜΑΤ-ΔΙΑΣ-ΔΕΛΤΑ, αποτελούν, ασυζητητί, προτεραιότητες για το κίνημα και τον αξιακό κώδικα που δεν επιτρέπει να αφήνουμε κανέναν αγωνιστή μόνο του απέναντι στο κράτος.

Το ερώτημα ωστόσο είναι εάν η σημερινή συγκυρία αποτελεί μια ιστορική τομή ανάλογης ή και μεγαλύτερης έντασης και πολιτικής σημασίας με το 1990-91. Η στρατηγική της έντασης που υιοθέτησε η κυβέρνηση αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της το 2019, η μετωπική σύγκρουση με τη νεολαία με ποικίλους τρόπους, τόσο σε συλλογικό επίπεδο (χτύπημα διαδηλώσεων, εκκενώσεις καταλήψεων), όσο και στους όρους της καθημερινής ζωής (έφοδοι σε κινηματογράφους, εισβολή στην οικία της οικογένειας Ινδαρέ), ο αντισυνταγματικός νόμος για τις συναθροίσεις, η εργαλειοποίηση της πανδημίας για να επιβληθεί η πολιτική της σιδηράς πυγμής, οι αντισυνταγματικές εκτροπές και η απίστευτης έκτασης και έντασης καταστολή της 17ης Νοέμβρη και της 6ης Δεκέμβρη, αποτελούν σαφείς ενδείξεις μιας πολιτειακής μετάλλαξης. Από την άλλη πλευρά, οι κινητοποιήσεις εκπαιδευτικών, υγειονομικών και εργαζομένων, οι αγώνες των φοιτητών και κυρίως η εισβολή δεκάδων χιλιάδων νεολαίων στο προσκήνιο του αγώνα τον τελευταίο μήνα, έκαναν κουρελόχαρτο το νόμο Χρυσοχοΐδη και έδειξαν, ένα μέρος μόνο από τις δυνατότητες του κινήματος. Στο επικοινωνιακό πεδίο, ο απόλυτος σχεδόν έλεγχος των ΜΜΕ (με το αζημίωτο) μοιάζει να μην αρκεί για να ελεγχθεί η ροή των ειδήσεων και να εξασφαλιστεί ένα πλαστό αφήγημα που θα προβάλλεται προς τους υπηκόους χωρίς αντίλογο. Τα social media λειτούργησαν και λειτουργούν στον αντίποδα αυτής της επιχείρησης φίμωσης του δημόσιου λόγου, ένα αμορφοποίητο και επώνυμο/ανώνυμο πλήθος μοιάζει να επιθυμεί να πάρει στα χέρια του την υπόθεση της δημόσιας ενημέρωσης και αυτό αποτελεί έναν ακόμα πονοκέφαλο για τα κυβερνητικά επιτελεία.

Όλα τα παραπάνω στοιχεία συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι οι κυρίαρχες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, με κύριο εκφραστή την ακροδεξιά κυβέρνηση Μητσοτάκη, στοχεύουν στην ιδεολογική ηγεμονία του δόγματος «νόμος και τάξη» (το οποίο συνιστά ενοποιητικό στοιχείο ολόκληρης της συντηρητικής παράταξης), στην κοινωνική απονομιμοποίηση των κοινωνικών κινημάτων – και ιδιαίτερα του συνδικαλιστικού κινήματος και του διάχυτου και αμορφοποίητου κινήματος της μητροπολιτικής νεολαίας – στη θεσμική κατοχύρωση της καταστολής και της χρήσης των σωμάτων ασφαλείας ως οδοστρωτήρα που θα κατεδαφίσει κάθε κοινωνικό και πολιτικό δικαίωμα και ελευθερία, τόσο σε συλλογικό επίπεδο, όσο και στο ατομικό επίπεδο, εμπεδώνοντας μια καθημερινότητα εγκλωβισμένη σε απαγορεύσεις. Εάν οι παραπάνω στόχοι επιτευχθούν, ως απαραίτητα εργαλεία για την πειθάρχηση της κοινωνίας και την επιβολή μιας νέας μνημονιακής καταιγίδας, τότε ναι, πράγματι, η περίοδος της πανδημίας θα αποτελέσει μια ιστορική τομή προς ένα δυστοπικό μέλλον. Αλλά η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα αποτελεί πάντα αποτέλεσμα του ταξικού ανταγωνισμού. Εκεί κρίνονται σήμερα όλες οι δυνάμεις του κινήματος, εκεί θα κριθεί και το μέλλον που μας επιφυλάσσεται να ζήσουμε. Τίποτε δεν είναι δεδομένο…

Ντοκουμέντο: Ρεπορτάζ από το έντυπο φοιτητών της ΑΣΟΕΕ ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΊΑ, Δεκέμβριος 1991