Χρήστος Ποζίδης
Το Πέδρο Πάραμο είναι το μοναδικό μυθιστόρημα του Μεξικανού συγγραφέα Χουάν Ρούλφο. Πρόκειται για ένα έργο με φυγόκεντρη, θρυμματισμένη αφήγηση, που περιστρέφεται γύρω από τη ζωή ενός φεουδάρχη σε απομακρυσμένο χωριό – μια κυριολεκτική πόλη-φάντασμα – της μεξικανικής ενδοχώρας. Κάθε απόσπασμα αποτελεί ένα θραύσμα του χρόνου, ένας σιγανός απόηχος κάποιας φωνής, ένα υπόκωφο μουρμουρητό που προσπαθεί να εξηγήσει τη θέση του στην ιστορία.
Με άλλα λόγια, στο Πέδρο Πάραμο κυριαρχεί η πολυφωνία της σιωπής, με μια κοινότητα χαρακτήρων που αλληλεπιδρούν ή απομονώνονται, αφηγούνται και νοσταλγούν, όντας ζωντανοί-νεκροί, θαμμένοι μέσα στο καυτό χωριό τους, μέσα στον ίδιον τον χρόνο. Η αφήγηση ξεδιπλώνεται αργά, νωχελικά, δημιουργώντας εύκολα ένα υποβλητικό κλίμα που σε μαγεύει, σε αιχμαλωτίζει. Ανά στιγμές, η ένταση κλιμακώνεται απροσδόκητα, με περιστατικά φονικών, βιασμού, εξέγερσης. Άλλοτε πάλι, τα θραύσματα ενώνονται, οι συνάψεις εκπλήσσουν, η τραγική ειρωνεία αφήνει μια πικρή γεύση στο μυαλό. Ύστερα, η ένταση υποχωρεί, ο ίδιος νωχελικός ρυθμός, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, οι μάταιες αναζητήσεις, η σιωπή και η ζέστη.
Διάβασα το Πέδρο Πάραμο πριν από μερικές μέρες, με καύσωνα στο κέντρο της Αθήνας. Κατά την ανάγνωση, αισθάνθηκα μια περίεργη αντιστοιχία με τους κατοίκους της Κομάλα. Βρισκόμουν κι εγώ σχεδόν θαμμένος στο διαμέρισμά μου, με κλειστά παντζούρια κι έναν μισοχαλασμένο ανεμιστήρα, ανήμπορος να κινηθώ από τη λάβρα της πόλης, μέσα σε μια ράθυμα σιωπηλή γειτονιά. Ακόμα περισσότερο, σκεφτόμουν ανθρώπους εκεί έξω, εργαζόμενους ή τουρίστες, μέσα στο ανυπόφορο τηγάνι – αυτό σημαίνει Κομάλα, το όνομα της πόλης-φαντάσματος στο Πέδρο Πάραμο – των τσιμέντων της Αθήνας, με τις τόσο διαφορετικές φωνές, προσδοκίες και προοπτικές, να μοιράζονται ουσιαστικά μια ξεθωριασμένη σιωπή, να κινούνται αυτόματα στο πρόγραμμά τους, ζωντανοί-νεκροί στο καλοκαίρι.
(η φωτογραφία είναι του Χουάν Ρούλφο, ταιριαστή με το κλίμα του μυθιστορήματός του)