ΟΙ ΕΞΕΓΕΡΣΕΙΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ

Μυρσίνη Κάιλα/Χρήστος Παναγιώτου

Α. Έβγαλε βρώμα η ιστορία ότι ξοφλήσαμε;

Ψαρεύοντας σε θολά νερά, η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ευθαρσώς δήλωνε ότι στόχος του νέου συστήματος πρόσληψης – διορισμού (κατά βάση απολύσεων) αναπληρωτών είναι ‘ο κάθε υποψήφιος – αναπληρωτής να δει τον εαυτό του στην προκήρυξη’. Δε χρειάζεται πολύ μεγάλη οξυδέρκεια για να διαβάσει κανείς πίσω από τις γραμμές: Συνεχίζοντας και αναβαθμίζοντας την τακτική των τελευταίων δεκαετιών ποντάρουν στη διάσπαση, τον κατακερματισμό, σε χαμηλά ένστικτα αυτό-συντήρησης και ανθρωποφαγίας που υπέθεταν ότι ενεργοποιούνται αυτόματα σε συνθήκες υψηλής ανεργίας και επισφάλειας. Ακόμα περισσότερο, ξαναανεβάζοντας  το χιλιο-παιγμένο έργο των πλάνων τριετίας, χρησιμοποιούν την υπόσχεση διορισμών ως ‘δούρειο ίππο’ για να επιβάλουν όλη τη νέο-φιλελεύθερη και άκρως αντιδραστικά νέο-συντηρητική εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ και της ΕΕ.

Τα γεγονότα λίγο – πολύ γνωστά. Το Υπουργείο ανακοινώνει το πιο αντιδραστικό  ν/σ για την εκπαίδευση που έχει ψηφιστεί ποτέ στην Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση για τον τρόπο πρόσληψης και απόλυσης των εκπαιδευτικών, μέσω ενός συστήματος μοριοδότησης όλων των ‘προσόντων’ που μπορεί να μαζέψει κάποιος στην αρένα ενός κόσμου που σε θέλει μετρήσιμο και ανταγωνιστικό, επενδυτή και τζογαδόρο του μορφωτικού σου ‘κεφαλαίου’, μάνατζερ του εαυτού σου: σεμινάρια, πτυχία, μεταπτυχιακά, διδακτορικά, γλώσσες, υπολογιστές, παιδιά. Δια βίου μάθηση, κατάρτιση και αριστεία ονομάζουν το αέναο, εξοντωτικό, υπερ-καταθλιπτικό και ταξικά άνισο κυνήγι χείμαρρων, που πετάει στο καλάθι των αχρήστων βασικό πτυχίο και προϋπηρεσία, με σαφές μήνυμα: Τι κι αν σπουδάσαμε, τι κι αν εργαζόμαστε και στηρίζουμε το δημόσιο σχολείο επί 5-10-15 χρόνια, να μην κατοχυρωθεί κανένα δικαίωμα στην εργασία ακόμα και σε συνθήκες εργασιακής ομηρίας και επαναπρόσληψης με ελαστικές σχέσεις. Θα πρέπει να πατήσουμε επί πτωμάτων.

Στρατηγικοί στόχοι κεφαλαίου και κράτους η μονιμοποίηση της ελαστικής εργασίας, η κατάργηση κάθε συλλογικού δικαιώματος και διεκδίκησης, ο ατομικός ανταγωνισμός και η επιβολή του νομοθετικού πλαισίου στις εργασιακές σχέσεις και συνολικότερα στην εκπαιδευτική διαδικασία που θα διεκπεραιώσουν δύο πολυπόθητους αλληλοτροφοδοτούμενους σκοπούς (που εδώ και δεκαετίες το εκπαιδευτικό κίνημα έχει καταφέρει να αποκρούσει): Από τη μια την επιβολή των όρων ‘αγοραίας’ λειτουργίας της δημόσιας παιδείας, την αυτονομία-υποχρηματοδότηση των σχολικών μονάδων, την αξιολόγηση των πάντων (εκπ/κών, μαθητών, αποτελεσμάτων κ.α.) και την προετοιμασία του εν δυνάμει ευέλικτου, πειθήνιου και φθηνού εργαζόμενου στα μέτρα τους. Από την άλλη, την εκμετάλλευση του μέχρι πρόσφατα σχετικώς ‘παρθένου’ εδάφους κερδοφορίας για τις επιχειρήσεις στον χώρο της εκπαίδευσης.

Β. Τα ανεμολόγια..

Από την άλλη όχθη ο κόσμος της ελαστικής εργασίας, της αναπλήρωσης, της νεολαίας, του φοιτητικού και εν γένει εκπαιδευτικού κινήματος δεν τσίμπησε το δόλωμα. Με πολιτικό και ταξικό κριτήριο συνειδητοποίησε ότι δεν υπάρχουν ‘ευνοημένοι’ από τα παραπάνω σχέδια και νομοσχέδια παρά μόνο τα συμφέροντα των ίδιων των εμπνευστών τους. Φτύνοντας στα μούτρα τόσο τις εξαγγελίες διορισμών όσο και την ‘πολιτισμική λογική του ύστερου καπιταλισμού’ που μας θέλει όλους μονάδες – αριθμούς και αντιπάλους στην αρένα που έχουνε στήσει, επαναφέρουμε στο προσκήνιο τα μεγάλα κοινωνικά γεγονότα και αφηγήματα: Υπενθυμίζοντας με ηχηρό τρόπο πως η ιστορία αποτελεί ακόμα ανοιχτό πεδίο ταξικών και κοινωνικών συγκρούσεων και διεργασιών με πρωταγωνιστές τον κόσμο της εργασίας και του αγώνα, σηκώσαμε ανάστημα, προτάξαμε την ταξική και κοινωνική μας συνείδηση και με τον πολιτικό μας λόγο και πράξη ορθώσαμε ένα τοίχος αντίστασης που αποτέλεσε και αποτελεί τη μοναδική ‘αντιπολίτευση’ – άμμο στα γρανάζια του συστήματος και ελπίδα για το μέλλον.

Οι συλλογικές διαδικασίες,  η συλλογική έκφραση και δράση, η συνειδητοποίηση της κοινής μας θέσης, η όρεξη για αγώνα και διεκδίκηση των δικαιωμάτων επικράτησε σε κάθε επίπεδο (πλην του κοινοβουλευτικού φυσικά) στη βάση όπου τελικά κάθε αναπληρωτής – απόφοιτος – φοιτητής είδε τον εαυτό του μέσα στις κινητοποιήσεις, στις συνελεύσεις, στις καταλήψεις, στον δρόμο. Η παρακαταθήκη για το μέλλον, η ‘αυτ-αξία’ του κινήματος που ήρθε για να μείνει και να επιμείνει είναι ανεκτίμητες και μη-μετρήσιμες σε μόρια ή κοινο-βουλευτικές ψήφους.

Και αν η αντίδραση για ένα μέρος του κόσμου της εκπαίδευσης (της αναπλήρωσης και της μονιμότητας) της ριζοσπαστικής πτέρυγας, της λεγόμενης πρωτοπορίας, φάνταζε αναμενόμενη, αίσθηση προκάλεσε η μεγάλη μαζικότητα και μαχητικότητα του κόσμου που συσπειρώθηκε μέσα και γύρω από τις γραμμές μας συγκροτώντας ένα ηχηρά πλειοψηφικό μπλοκ αγώνα. Συνελεύσεις, κατάληψη πρυτανείας, πορείες, συντονισμός από τα κάτω, ακτιβισμοί, συζητήσεις, δράσεις, αναταραχή, σύγκρουση. Οι αγκυλώσεις του παρελθόντος καθώς και οι συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες ξεπεράσθηκαν μεμιάς.

Ανήκουμε στη γενιά που τελειώνοντας το πανεπιστήμιο, είδε την οικονομία να αναδεικνύεται σε κυρίαρχη έννοια που διαχέεται σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Οι αντικειμενικές συνθήκες, η επισφάλεια, η διαρκής μετακίνηση προς αναζήτηση εργασίας δημιουργούν μια κατάσταση συγκρουσιακή, για τους εκπαιδευτικούς και για όλη την κοινωνία. Και ενώ μέχρι πρόσφατα φαινόταν να συμφιλιωνόμαστε με την ιδέα μιας ζωής σε αυτή τη γενικευμένη κατάσταση επισφάλειας, όχι μόνο  παραμείναμε όρθιοι, αλλά θέσαμε και τους δικούς μας όρους διεκδίκησης των δικαιωμάτων, της μονιμότητας και της ζωής μας. Μια γενιά ανθρώπων που μεγάλωσε σε μια εποχή όπου το κάθε πτυχίο, το κάθε ‘χαρτί’ γινόταν αυτοσκοπός, αρνείται να παραδοθεί στη συνθήκη που τη διαμόρφωσε, μια συνθήκη ‘μέτρησης’ και ατομικισμού. Νιώθει ότι ανήκει σε κάτι που υπερβαίνει την πρόσθεση ατομικών ή συντεχνιακών συμφερόντων. Παίρνει ξεκάθαρη θέση απέναντι στη νεοφιλελεύθερη λογική, σύμφωνα με την οποία το κάθε άτομο είναι αποκλειστικά υπεύθυνο για την άνοδο και την πτώση του. Χλευάζει τη ‘λογική’ σύμφωνα με την οποία για την ανεργία των νέων πτυχιούχων φταίνε αυτοί που ήδη εργάζονται. Αρνείται να δεχτεί την εμπορευματοποιημένη συλλογή τίτλων και προσόντων ως προϋπόθεση για μια θέση εργασίας. Προσπαθεί να συν-διαμορφώσει και να επανακαθορίσει τους όρους και τις αντικειμενικές συνθήκες που θα ορίσουν την κοινή συλλογική της πορεία.

Γ. Είμαστε λάθος μες το κεφάλαιο του λάθος λήμματος

Το προσοντολόγιο και η σύνδεσή του με τις συνθήκες στις οποίες καλούμαστε να εργαστούμε και να υπάρξουμε επανέφερε τη συζήτηση για την αξιολόγηση, αλλά και για τον ρόλο σχολείου και εκπαιδευτικού στη σύγχρονη κοινωνία. Οι φωνές από χώρες όπου ο νεοφιλελευθερισμός είναι κυρίαρχη πολιτική εδώ και δεκαετίες, περιγράφουν ένα μέλλον δυστοπικό για τις εργασιακές συνθήκες, αλλά και για το περιεχόμενο του σχολείου. Όσοι θεωρούν την αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου άρρηκτα συνδεδεμένη με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, αγνοούν, συνειδητά ή μη, ότι αυτή η αναβάθμιση σχετίζεται με μια σειρά από όρους, οι οποίοι, σκοπίμως, βρίσκονται πάντα εκτός συζήτησης και κριτικής. Αγνοούν επίσης ότι η αξιολόγηση υπήρξε καταστροφική όπου κι αν εφαρμόστηκε, τουλάχιστον για όσους διεκδικούν ένα σχολείο που αντιστέκεται και λειτουργεί με βάση τις ανάγκες των παιδιών. Καταστροφική για τους εκπαιδευτικούς, σε εργασιακό, δημιουργικό, συναισθηματικό επίπεδο, καταστροφική για τους μη προνομιούχους μαθητές, καταστροφική για την πολύπλευρη μόρφωση, την κριτική σκέψη και τη σε βάθος διαλεκτική κατανόηση κοινωνικών και φυσικών φαινομένων που δεν συνδέεται με κατακερματισμένες και τυποποιημένες δεξιότητες.

Δεν έχουμε αυταπάτες για τον θεσμό τον οποίο υπερασπιζόμαστε, τον ρόλο του ως επίσημο μηχανισμό του αστικού κράτους και ως τόπο ‘πειθαρχικής εξουσίας’. Δεν έχουμε αυταπάτες για την αναπαραγωγική λειτουργία της εκπαίδευσης. Ξέρουμε όμως ότι πρόκειται για μία αναπαραγωγή με αντιστάσεις και αντιφάσεις πολιτικές, πολιτισμικές, οικονομικές. Ένα πεδίο δυναμικό και ανοιχτό σε ιδεολογική και ταξική αντιπαράθεση, παρέμβαση και πάλη. Μια πράξη ‘αποσταθεροποίησης’ των τρόπων με τους οποίους αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και τον ίδιο μας τον εαυτό. Είμαστε ξεκάθαροι: το σχολείο που θέλουμε είναι για όλα τα παιδιά, είναι δημοκρατικό, ανθρώπινο και απελευθερωτικό. Στα πλαίσια αυτού του σχολείου θέλουμε να εργαζόμαστε, να συνδιαμορφώνουμε, να διεκδικούμε. Να φέρουμε το σχολείο και τον εκπαιδευτικό στο επίκεντρο του αγώνα για μια πιο δίκαιη και ελεύθερη κοινωνία. Με το βλέμμα προς ‘μια κριτική στο κάθε τι υπάρχον’ και έχοντας στο μυαλό μας ότι ‘δεν μπορεί να υπάρξει εκπαιδευτική πρακτική που δεν κατευθύνεται προς ένα όνειρο, προς μια ιδέα της ουτοπίας’, αναζητούμε τρόπο να υπάρξουμε μέσα στην ιστορική συγκυρία της εποχής, αρνούμενοι να αφεθούμε παραδομένοι σε ό, τι συμβαίνει.

..και οι ορίζοντες

Στο ‘δρόμο’ που επιλέξαμε και δε γυρίζουμε πίσω, περπατήσαμε και συνεχίζουμε όρθιοι, με αξιοπρέπεια και επίγνωση του κοινωνικού και ιστορικού ρόλου που μας αναλογεί, για το εργασιακό μας μέλλον, τους μαθητές μας, τις νέες γενιές, το δημόσιο σχολείο και τα όνειρά μας που δεν χωράνε σε λίστες – μόρια και γραφειοκρατικές αγκάλες. Το εκπαιδευτικό κίνημα έχει μακρά ιστορία και ζωντανές μνήμες από μια σειρά αντι-εκπαιδευτικών και αντ-εργατικών μεταρρυθμίσεων που παραμείνανε μελάνι χάρη στους δικούς του αγώνες. Η σπίθα παραμένει ζωντανή̇, ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε παρόντες και παρούσες στα σχολεία και στους δρόμους του δικαίου με το ίδιο πείσμα. Κόντρα στο κυρίαρχο ρεύμα του καιρού, στο πλευρό της αγωνιζόμενης νεολαίας, της πληττόμενης και καταπιεζόμενης κοινωνίας, του κόσμου της επισφάλειας, της εργασίας και της προσφυγιάς. Κόντρα στον ρατσισμό-εθνικισμό, στην κοινωνική και ταξική καταπίεση, στην αλλοτριωτική κατάρτιση, παραγωγή και αναπαραγωγή. Με ανεμολόγια στραμμένα πάντα προς τον ορίζοντα της απελευθερωτικής και απελευθερωμένης παιδείας, της χειραφετημένης κοινωνίας, των κοινωνικών και μορφωτικών αναγκών. Το μέλλον μας ανήκει και αναπνέει στους αγώνες.