ΕΚΘΕΣΗ ΟΟΣΑ: ΠΡΩΤΑ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ, ΜΕΤΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

του Δημήτρη Μαριόλη

Η προώθηση της αξιολόγησης εκπαιδευτικών και της αυτοαξιολόγησης σχολικών μονάδων είναι μια από τις βασικές προτεραιότητες της νέας έκθεσης του ΟΟΣΑ καθώς εκτιμάται ως αναντικατάστατο εργαλείο για την αυτονομία της σχολικής μονάδας και τη λειτουργία της με όρους επιχείρησης. Σε αυτό το πλαίσιο, η έκθεση αποτιμά την προηγούμενη αποτυχημένη απόπειρα επιβολής της αξιολόγησης διαπιστώνοντας ότι «η πλειοψηφία των σχολείων αρνήθηκε να συμμετάσχει, οπότε γρήγορα εγκαταλείφθηκε. Ακολούθως, οι εκπαιδευτικοί και οι εκπρόσωποί τους αρνήθηκαν να δεχτούν οποιαδήποτε αξιολόγηση της απόδοσης» (σ.145).

Η έκθεση εκτιμά ότι αυτή η εξέλιξη έχει τις αιτίες της στην καχυποψία του εκπαιδευτικού σώματος που οφείλεται:

  • στις συλλογικές μνήμες από την πολιτική χρήση της αξιολόγησης την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας (1967-1974)
  • στην εκτίμηση ότι η διαδικασία αξιολόγησης θα είναι υποκειμενική καθώς θα χαρακτηρίζεται από ποικίλες πρακτικές ευνοιοκρατίας
  • στην εκτίμηση ότι σε συνθήκες λιτότητας η αξιολόγηση των σχολείων θα χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσει περικοπές προσωπικού
  • στην προκαταβολική απόρριψη του 15% των αξιολογούμενων ως ανεπαρκών

Με αυτά και με τα άλλα, όπως αναφέρουν, «μέχρι πρόσφατα, η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα της ΕΕ που δεν απαιτούσε ούτε εξωτερική είτε εσωτερική σχολική αξιολόγηση, αν και υπάρχουν αναφορές ότι από το 2018 θα υπάρξει ετήσια αξιολόγηση για 20.000 στελέχη της εκπαίδευσης στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση» (σ.146).

Ποια είναι όμως η εκτίμηση του ΟΟΣΑ για τις νέες μορφές αξιολόγησης που προτείνει το Υπουργείο Παιδείας με το νέο ν/σχ για τις νέες δομές: Όπως εκτιμάται από το κλιμάκιο του ΟΟΣΑ, «είναι προφανές ότι οι ιθύνοντες του Υπουργείου έχουν λάβει υπόψη τα διδάγματα από το παρελθόν. Οι προτάσεις της ΑΔΙΠΠΔΕ και του ΙΕΠ υποδεικνύουν μια βαθμιαία προσέγγιση για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ Υπουργείου και εκπαιδευτικών πριν από την εισαγωγή ενός πιο ολοκληρωμένου συστήματος αξιολόγησης» (σ.158). Αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι το υπό προώθηση πλαίσιο αξιολόγησης είναι μεταβατικό και πρωταρχικό στόχο έχει τη διαμόρφωση κουλτούρας αξιολόγησης, την αποδοχή της αξιολόγησης από το εκπαιδευτικό σώμα, που αποτελεί βασική προϋπόθεση για την προώθηση ενός πιο «ολοκληρωμένου μοντέλου αξιολόγησης» εκπαιδευτικών και σχολείων.

Πως αντιλαμβάνεται ο ΟΟΣΑ αυτό το μοντέλο αξιολόγησης; Πρόκειται για μια νέα μορφή απόλυτου επιθεωρητισμού όπου ο διευθυντής θα έχει το δικαίωμα να επιθεωρεί τον εκπαιδευτικό ακόμα και κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας, θα έχει τη δυνατότητα να προσλαμβάνει και να απολύει το προσωπικό του σχολείου, ενώ χαρακτηριστικά επισημαίνεται ότι η νομοθεσία σήμερα δεν δίνει τη δυνατότητα για αξιολόγηση και «απομάκρυνση των αδύνατων εκπαιδευτικών από το επάγγελμα» (σ.72). Και ταυτόχρονα, προβάλλει την ανάγκη για μια άμεση σύνδεση της αξιολόγησης κάθε σχολικής μονάδας με την αυτονόμηση της λειτουργίας της. Συμπέρασμα: η μέθοδος προσέγγισης είναι διαφορετική αλλά ο στόχος μένει ίδιος. Και τα δύο σκέλη του συμπεράσματος έχουν τη δική τους σημασία για όσες και όσους επιθυμούμε να συμβάλουμε σε ένα ακόμα αποτελεσματικό κίνημα αντίστασης και αποτροπής των μέτρων.