Του Θανάση Καμπαγιάννη*
(Παρέμβαση στη βιβλιοπαρουσίαση του νέου βιβλίου του Πέτρου Παπακωνσταντίνου “Το γκρίζο κύμα – Η νέα ακροδεξιά και οι συνεργοί της”, εκδόσεις Τόπος: Τετάρτη 25 Σεπτέμβρη 2024, στην ΕΣΗΕΑ)
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Πέτρο Παπακωνσταντίνου για την τιμητική πρόσκληση και τις εκδόσεις Τόπος που προσέθεσαν άλλο ένα σημαντικό βιβλίο σε έναν ήδη βαρύ κατάλογο εκδόσεων.
Ευτυχής σύμπτωση για τη σημερινή βιβλιοπαρουσίαση είναι η χτεσινή βράβευση του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Νέα Υόρκη με το βραβείο του Παγκόσμιου Πολίτη από μια οργάνωση που αποκαλείται Ατλαντικό Συμβούλιο. Ήταν μια παράδοξη σύνθεση αυτοί που έδωσαν και αυτοί που πήραν τα βραβεία: στους βραβευόμενους ήταν ο Έλληνας Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, η Ιταλίδα Πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι και ο πρόεδρος της Γκάνας Νάνα Ακούφο-Άντο που πρόσφατα έφερε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στη χώρα του. Η Μελόνι βραβεύτηκε από τον δισεκατομμυριούχο Ίλον Μασκ, που έχει μετατρέψει το Τουίτερ σε παιδική χαρά της άκρας δεξιάς για την επανεκλογή του Τραμπ, ενώ ο Μητσοτάκης βραβεύτηκε από τον Μπουρλά της Pfizer. Ένας από τους επαίνους στη Μελόνι ήταν ο “νεανικός ακτιβισμός” της, δηλαδή το ότι ήταν μέλος στη νεολαία του κόμματος των νοσταλγών του Μουσολίνι. Στην ομιλία της, η Μελόνι αναφέρθηκε σε δυο σημαντικούς κατά τη γνώμη της συντηρητικούς θεωρητικούς: έναν Βρετανό, τον Ρότζερ Σκρούτον, που γράφει λίβελους ενάντια στους διανοητές της αριστεράς, και έναν Ιταλο, τον Giuseppe Prezzolini, που ήταν ανοιχτός θαυμαστής και προπαγανδιστής του καθεστώτος του Μουσολίνι στον Μεσοπόλεμο. Παλιότερα, θα μπορούσαμε να φανταστούμε έναν Έλληνα αξιωματούχο να αρνείται να βραβευθεί μαζί με μια πρώην οργανώτρια της νεολαίας ενός φιλο-μουσολινικού κόμματος (με δεδομένη την ιστορία της χώρας μας) ή έστω να αποχωρεί σε μια επίκληση ενός ανοιχτού προπαγανδιστή του καθεστώτος του. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο δεν αποχώρησε, αλλά έκανε ειδική τιμητική αναφορά στη Μελόνι λέγοντας ότι σήμερα, “μπορεί να είναι κανείς υπέρ της ανάπτυξης αλλά και δημοσιονομικά πειθαρχημένος. [Μ]πορεί να είναι κανείς -επιτρέψτε μου να επαναλάβω εδώ τα λόγια της καλής μου φίλης, Giorgia Meloni- πραγματικός πατριώτης, εστιάζοντας ιδιαίτερα στην ισχυρή άμυνα και προστατεύοντας ταυτόχρονα τα σύνορα…”. Είναι αλήθεια ότι ο τρόπος που η ελληνική κυβέρνηση προστατεύει τα ελληνικά σύνορα έχει γίνει αντικείμενο διεθνούς συζήτησης. Ξανά χτες, η Κριστιάν Αμανπούρ, η γνωστότερη δημοσιογράφος του CNN, ρώτησε τον Μητσοτάκη τι έγινε με το νέο πολύνεκρο προσφυγικό ναυάγιο ανοιχτά της Σάμου και τι γίνεται με τη δικαστική διερεύνηση του πολύνεκρου ναυαγίου της Πύλου με τους 600 πνιγμένους από πράξεις και παραλείψεις του Ελληνικού Λιμενικού. Ο Έλληνας Πρωθυπουργός δήλωσε ότι οι έρευνες συνεχίζονται…
Πως φτάσαμε, λοιπόν, ως εδώ; Πως έγινε εφικτή αυτή η συνάντηση; Όπως το λέει ο Πέτρος: “Η «συνάντηση των άκρων», για την οποία μας είχαν πάρει τα αυτιά προκειμένου να στιγματίσουν τη ριζοσπαστική Αριστερά, έγινε πραγματικότητα, αν και με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι μας περιέγραφαν: Το Ακραίο Κέντρο συνάντησε με ανοιχτές αγκάλες την Άκρα Δεξιά. Αν μπορούσε να παρακολουθεί τις εξελίξεις από το υπερπέραν, ο Τζόρτζιο Αλμιράντε (σσ: ο ιδρυτής του μουσολινικού MSI – Εθνικού Κοινωνικού Κινήματος) θα έτριβε τα χέρια του” (σελίδα 273).
Για να απαντήσει κάποιος σε αυτό το ερώτημα, το βιβλίο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου είναι ένα πολύ καλό εφόδιο. Δεν θα προσπαθήσω να αναπαραγάγω το περιεχόμενό του. Θα δώσω όμως κάποιες βασικές αρετές, κάποιες βασικές ορίζουσες που αυτό περιέχει, σε τέσσερα σημεία:
Σημείο πρώτο: Η άκρα δεξιά είναι μια βαθιά συστημική δύναμη. Αυτό φαίνεται πρώτα και κύρια μέσα από τη σύνδεσή της με το βαθύ κράτος. Ο Πέτρος εξηγεί πώς επιβίωσε η άκρα δεξιά μετά τα συντριπτικά πλήγματα που δέχτηκαν ο ναζισμός και ο φασισμός στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το κράτος άνοιξε την αγκάλη του και έθρεψε τα στελέχη του φασισμού και του ναζισμού στους κόλπους του: και το κράτος των Συμμάχων – παρά τη στρατιωτική νίκη – στη νέα σταυροφορία κατά του κομμουνισμού. Και, βεβαία, και το κράτος των νικητών του ελληνικού εμφυλίου πολέμου (όσοι δεν το έχετε κάνει, διαβάστε οπωσδήποτε τους Δωσίλογους του Μενέλαου Χαραλαμπίδη). Αν έχει κανείς καμία αμφιβολία για το αν ισχύει σήμερα αυτή η ορίζουσα, ας δει το γερμανικό AFD που έχει για υποψήφιους στελέχη των μυστικών υπηρεσιών όπως ο Χενρικ Ρότμαν. Ας δει το κόμμα της Λεπέν που είχε υποψήφιο ευρωβουλευτή τον πρώην επικεφαλής της Φροντεξ, τον Λεντζέρι (που σημειωτέον είχε βραβευθεί από την κυβέρνηση Μητσοτάκη). Για την ελληνική ακροδεξιά, δεν μιλάμε: από τον Κοραντή που ήταν διοικητής της ΕΥΠ και μεταπήδησε στο ΛΑΟΣ ως βουλευτής μέχρι τους στρατηγούς, τον Συναδινό και τον Επιτήδειο, που είχε η Χρυσή Αυγή για ευρωβουλευτές, η ελληνική άκρα δεξιά έχει γερές κρατικές πλάτες.
Σημείο δεύτερο: Αν και ισχύουν όσα ειπώθηκαν πριν, η άκρα δεξιά δεν είναι απλά το μακρύ χέρι του κράτους και του κεφαλαίου, όπως ισχυρίζεται μια απλούστευση που θέλει να λέγεται αλλά που δεν είναι μαρξισμός. Η άκρα δεξιά είναι πολιτικό σχέδιο με δικό της αυτόνομο ρόλο και δική της αυτόνομη στόχευση (γι’ αυτό και η επιτυχία της μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα κρίσης της άρχουσας τάξης, σκεφτείτε για παράδειγμα τυχόν επανεκλογή του Τραμπ εν μέσω πολέμου στην Ουκρανία και του ρόλου του ΝΑΤΟ). Αν και συνδέεται, δηλαδή, με χίλια νήματα με το αστικό κράτος, η άκρα δεξιά δεν είναι απλά παρακολούθημά του, δεν είναι απλά παρακράτος. Είναι απόπειρα ενός στελεχιακού δυναμικού να συγκροτηθεί και να παρέμβει στις μεταβαλλόμενες εξελίξεις. Και εδώ θέλει προσοχή γιατί είμαστε αντιμέτωποι με διαφορετικές διεργασίες που συγκλίνουν: έχουμε, δηλαδή, τη στροφή της κεντροδεξιάς προς τα δεξιά, έχουμε κομμάτια του πολιτικού προσωπικού της κεντροδεξιάς να διαβάζουν την πολιτική ευκαιρία, να μεταπηδούν και να παρεμβαίνουν (χαρακτηριστική περίπτωση ο Όρμπαν της Ουγγαρίας). Έχουμε, ταυτόχρονα, και κομμάτια που ανήκουν στην πολιτική οικογένεια του ιστορικού φασισμού που προσπαθούν να μεγαλώσουν, να αρπάξουν την ευκαιρία και να μπουν στο πολιτικό σκηνικό. Εδώ για να καταλάβεις ποιος είναι τι, ποιες είναι οι διαφορές, κλπ, θέλει γνώση πολιτικής ιστορίας της κάθε χώρας, θέλει πληροφορίες για πρόσωπα, πράγματα, οργανώσεις, θέλει δυνατότητα διάκρισης, θέλει δημοσιογραφία. Και σε αυτό είναι πολύτιμος ο Πέτρος. Γιατί ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου είναι, πάνω από όλα, καλός δημοσιογράφος, με γνώσεις αλλά ταυτόχρονα μαζικός και εύληπτος από τα μεγάλα ακροατήρια. Αυτή την αρετή την έχει και το βιβλίο του.
Σημείο τρίτο: Ο Πέτρος κάνει έναν κρίσιμο κοινωνικό εντοπισμό όσον αφορά την άκρα δεξιά. Ταξική ραχοκοκκαλιά της άκρας δεξιάς δεν είναι η εργατική τάξη (όπως το θέλουν τα φιλελεύθερα αντιλαϊκιστικά ιδεολογήματα). Ταξική ραχοκοκκαλιά της άκρας δεξιάς είναι τα μεσοστρώματα που δεν θέλουν να πληρώσουν τους φόρους τους και που συμπιέζονται από την κρίση. Τα κομμάτια αυτά τα στήνουν πολιτικά στα πόδια τους οι ισχυροί του πλούτου που φοβούνται τους πραγματικούς τους αντιπάλους που είναι η αριστερά και το εργατικό κίνημα. Σε αυτό, η σύγχρονη άκρα δεξιά έχει πολλά κοινά με τον μεσοπολεμικό πρόγονό της. Η στροφή που περιγράφει ο Πέτρος, από τον εθνο-φιλελευθερισμό των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων στον εθνο-λαϊκισμό μετά το 1989, είναι μια προσπάθεια της άκρας δεξιάς να δυναμώσει εκλογικά και να κερδίσει μαζικά ακροατήρια με ψεύτικο αντισυστημικό και δημαγωγικό λόγο που εκτρέπει τον θυμό των λαϊκών στρωμάτων σε ρατσιστική κατεύθυνση. Είναι πολιτικό σχέδιο, δεν είναι αδιαμεσολάβητη έκφραση ταξικών συμφερόντων των “από τα κάτω”, των “ηττημένων της παγκοσμιοποίησης”, κλπ, όλα αυτά δηλαδή που μας λένε οι απολογητές του ακραίου κέντρου και της κυρίαρχης τάξης. Δεν είναι γέννημα της λαϊκής κίνησης η άκρα δεξιά. Δεν γεννήθηκε στις πλατείες του 2011 η Χρυσή Αυγή, όπως λένε τα παπαγαλάκια του συστήματος, φιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά ή όπως ακούμε ακόμα και από αριστερά χείλη (μέχρι και σε άρθρα στον Ριζοσπάστη, τοποθετήσεις που ελπίζουμε να ανακληθούν).
Σημείο τέταρτο: Υπάρχουν κάποιοι κόμβοι, κάποιες βασικές πολιτικές συνθήκες που λειτουργούν σαν πυκνωτές, σαν λίπασμα για την άκρα δεξιά: ο Πέτρος εντοπίζει και αφιερώνει ξεχωριστά κεφάλαια στον ρατσισμό και στον πόλεμο: ο πόλεμος κατά των προσφύγων στα σύνορα της Ευρώπης και γενικά στα σύνορα των φτωχών με τις πλουσιότερες χώρες, ο πόλεμος στην Ουκρανία με τη σύγκρουση ΝΑΤΟ-Ρωσίας, ο πόλεμος στην Παλαιστίνη με την γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού από το Ισραήλ και τώρα με την επέκτασή του στον Λίβανο. Η άκρα δεξιά κατάφερε να δυναμώσει, να εξαγνιστεί και να αποκαθαρθεί μέσα από αυτές τις κυρίαρχες συστημικές πολιτικές επιλογές. Έτσι έγινε εφικτή η πρωθυπουργία Μελόνι στην Ιταλία, όταν αυτή έδωσε εγγυήσεις ότι θα είναι “ορθά” γεωπολιτικά τοποθετημένη στα πολεμικά μέτωπα. Έτσι θα γίνει εφικτή μια προεδρία της Λεπέν αύριο στη Γαλλία, που την προετοιμάζει σήμερα ο Μακρόν με την πολιτική του. Γι’ αυτό και δεν υπάρχει μάχη ενάντια στον φασισμό χωρίς το όχι στον ρατσισμό και το όχι στον πόλεμο, χωρίς το όχι στον κανιβαλισμό που θέλει τον φτωχό να επιζητά να πνιγεί ο φτωχότερος και χωρίς το όχι στην εξοπλιστική κούρσα, στη ΝΑΤΟϊκή κλιμάκωση, στη συμμαχία με το Ισραήλ.
Ένα τελευταίο πολύ σημαντικό σημείο που βάζει ο Πέτρος είναι ότι η ιστορία δεν είναι ένα βιβλίο με αρχή, μέση και δεδομένο τέλος, δεν είναι γραμμική. Γράφει: “Ωστόσο, δεν θα έπρεπε κανείς να σχηματίσει μια ιδέα γραμμικής και ακάθεκτης προέλασης της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς. Οι θεαματικές άνοδοι συνοδεύονται συχνά από δραματικές πτώσεις και οι νίκες από διασπάσεις, ενώ οι εκλογικές επιτυχίες της ενεργοποιούν τα αντιφασιστικά αντανακλαστικά των δημοκρατών” (σελ. 91). Και ολοκληρώνει: “Εν ολίγοις, αν ο άγριος, παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός εγγράφει διαρκώς τη δυνατότητα ανάδυσης της Ακροδεξιάς, το κατά πόσο αυτή η δυνατότητα θα γίνει πραγματικότητα εξαρτάται όχι μόνο από την ίδια αλλά, σε μεγάλο βαθμό, από τους πολιτικούς αντιπάλους της και τα κοινωνικά κινήματα” (σελ. 92).
Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά στη Γαλλία, που είδαμε μια τέτοια μαζική αντιφασιστική κινητοποίηση να αποτρέπει για την ώρα μια νίκη της Λεπέν. Το είδαμε στην Ελλάδα με την αντιφασιστική κινητοποίηση της προηγούμενης δεκαετίας ενάντια στη Χρυσή Αυγή: αν σήμερα οι χρυσαυγίτες είναι στη φυλακή και όχι σε υπουργικές καρέκλες, δεν το χρωστάμε ούτε στο πόσο ακραίοι ήταν (ακραίοι ήταν κι άλλοι και κανονικοποιήθηκαν) ούτε στο κράτος ούτε σε κανέναν αστικό θεσμό. Το χρωστάμε στο μαζικό αντιφασιστικό κίνημα που πάλεψε και νίκησε πρώτα και κύρια στους δρόμους (ένα κομμάτι και στις δικαστικές αίθουσες) και τους έκλεισε το δρόμο.
Το βιβλίο του Πέτρου εξοπλίζει πολιτικά και ιδεολογικά τους ανθρώπους που θα χτίσουν αυτά τα αντιφασιστικά κινήματα που θα χρειαστεί η εποχή μας, που θα συνενώσουν τη μάχη ενάντια στον φασισμό με τη μάχη για το ψωμί, την εργασία, την ποιότητα ζωής, τη μάχη για έναν καλύτερο κόσμο. Γι’ αυτό και τον ευχαριστούμε που μας το προσέφερε.
* Δικηγόρος, συνήγορος πολιτικής αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής.