Δυο λόγια για την απεργιακή-κινηματική εβδομάδα του Γενάρη ενάντια στο νόμο Γαβρόγλου[1]
των Εύη Πλάκα – Άννα Μπασιούκα
Το προσοντολόγιο Γαβρόγλου δεν είναι απλά μια μεταρρύθμιση του Υπουργείου Παιδείας, δεν είναι απλά ένας νόμος του ΣΥΡΙΖΑ που αφορά τους εργαζόμενους στην εκπαίδευση και το δημόσιο σχολείο που ψηφίστηκε στη βουλή. Είναι άλλη μια απόπειρα επίθεσης στον κόσμο της αναπλήρωσης και της αδιοριστίας και ευρύτερα όλης της εκπαίδευσης. Είναι η συμπύκνωση όλων των προηγούμενων επιθέσεων που αποπειράθηκε να κάνει στον κλάδο το κεφάλαιο και πάγια τακτική του μέσω όλων των πολιτικών διαχειριστών του (αξιολόγηση, διαγωνισμός ΑΣΕΠ , νέο λύκειο κ.λπ.). Είναι η προσπάθεια μετατροπής των εκπαιδευτικών σε πειθήνιους υπηρέτες κράτους-κεφαλαίου, παράλληλα με τη γαλούχηση των συνειδήσεων των μαθητών με τις «αξίες» του εθνικισμού, του ανταγωνισμού και του ατομικισμού, ώστε να εξασφαλιστεί η ανανέωση του διασπασμένου υποδουλωμένου εργατικού δυναμικού. Είναι το ίδιο πλαίσιο με αυτό της προσπάθειας να μετατραπεί η δημόσια εκπαίδευση (σε όλες της τις βαθμίδες) σε ένα ευρωπαϊκό μαγαζάκι ”γνώσεων” με ταξικό πρόσημο, σχολεία για λίγους και εκλεκτούς.
Ας μείνουμε όμως στα του προσοντολογίου. Δε γελιόμαστε, ο νέος αυτός νόμος, ο υποτιθέμενος νόμος διορισμών, δεν είναι τίποτα περισσότερο από το όχημα κράτους και κεφαλαίου για απολύσεις, εξατομίκευση των εργαζομένων και κανιβαλισμό στο εσωτερικό τους, ανταγωνισμό, ανακύκλωση ανεργίας και συμβάσεις εργασίας για “προνομιούχους-άριστους”. Είναι, με λίγα λόγια, η προσπάθεια επιβολής ατομικών συμβάσεων εργασίας, η περαιτέρω υποτίμηση της εργασιακής μας δύναμης, εντασσόμενη σε ένα πλαίσιο μόνιμης ελαστικοποίησης του συνόλου της τάξης μας και της γενικευμένης επισφάλειας και εργοδοτικής τρομοκρατίας.
Απέναντι στη βάρβαρη αυτή επίθεση, οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες της εκπαίδευσης, τα εκπαιδευτικά μας σωματεία και οι συλλογικότητες αναπληρωτών, απαντήσαμε οργανωμένα και μαχητικά, εκτινάσσοντας τον αγώνα την απεργιακή εβδομάδα του Γενάρη. Απαντήσαμε με πολύμορφες απεργιακές δράσεις, με πρώτη την κατάληψη της Πρυτανείας ΕΚΠΑ στην Αθήνα, και τη μετατροπή της σε κέντρο αγώνα. Δώσαμε ένα ηχηρό μήνυμα στην τωρινή κυβέρνηση και σε οποιονδήποτε επίδοξο διαχειριστή του αστικού κράτους, ότι η επίθεση στη συλλογική διαπραγμάτευση των όρων εργασίας μας, η ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας, το σχολείο-εργοστάσιο και το σχολείο-μαγαζί θα ανατραπούν. Και θα ανατραπούν από όλες και όλους μας, στο δρόμο, με όπλο μας την απεργία και την κατάληψη.
Και αυτή ήταν η αρχή της απεργιακής εβδομάδας 11-17/1. Γιατί η κινηματική πύκνωση του χρόνου, όξυνε τόσο τις συνειδήσεις μας ατομικά και συλλογικά, ώστε μέσα σε ένα τόσο σύντομο διάστημα, να ριζοσπαστικοποιείται σημαντικά ο λόγος και η δράση μας, και να διευρύνονται πολύ οι στόχοι και οι παρεμβάσεις μας. Από την (φαινομενικά) καθαρά συντεχνιακή-κλαδική διεκδίκηση, φτάσαμε μαζικά κι οργανωμένα να φωνάζουμε για μόνιμη και σταθερή εργασία για το σύνολο της εργατικής τάξης, αίτημα πραγματικά επαναστατικό, εάν αναλογιστούμε τις στρατηγικές κινήσεις του καπιταλισμού ανά τον κόσμο για περαιτέρω ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας σε ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι του παγκόσμιου προλεταριάτου.
Αυτή την απεργιακή εβδομάδα, συνδέσαμε τον αγώνα και τη φωνή μας με συναδέλφους και συναδέλφισσες από άλλους κλάδους (περισσότερο ή λιγότερο επισφαλείς, τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα), όπου συναντηθήκαμε σε εργατικές διαδηλώσεις και ανοιχτές συσκέψεις στην κατειλημμένη πρυτανεία. Από τον αγώνα αυτό, δε θα μπορούσαν να λείπουν οι φοιτητικοί σύλλογοι, οι οποίοι τον στήριξαν από την αρχή και συνεδρίαζαν μαζί μας καθημερινά. Οι δράσεις μας, πολλές και διάφορες, αλλά πολύ περιορισμένες σε σύγκριση με αυτές που θέλαμε να πραγματοποιήσουμε και δεν μας έφτανε ο χρόνος. Από μοιράσματα χιλιάδων κειμένων, αφισοκολλήσεις, στένσιλ, εκδηλώσεις, συμμετοχή σε διάφορες κινητοποιήσεις και απεργιακές φρουρές, μέχρι την παρέμβασή μας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ στις 12/1, ώστε να ακουστεί η φωνή μας ατόφια, καθαρά, με τους δικούς μας όρους.
Την εβδομάδα 11-17/1 συγκρουστήκαμε με τις δυνάμεις καταστολής συναδέλφισσες και συνάδελφοι, μαζικά, συλλογικά κι ανυποχώρητα, βάζοντας για άλλη μια φορά μπροστά το δίκιο μας. Αναγκάσαμε τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, τον κυβερνητικό συνδικαλισμό (απ’ όπου κι αν προέρχεται) να προκηρύξει απεργίες. Ναι, δεν ήταν απεργίες διαρκείας, ούτε καν 48ωρες, όπως πιέζαμε μέσα από τα σωματεία μας. Δεν περιμέναμε κάτι περισσότερο από την πλειοψηφία των ομοσπονδιών, οι οποίες εάν ήταν στο χέρι τους όχι απλά θα ψήφιζαν το νομοσχέδιο, αλλά θα το κατέθεταν κιόλας.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμα κι αυτές οι τρεις σπαστές 24ωρες απεργίες, με την κατειλημμένη πρυτανεία, τη ριζοσπαστικοποίηση του αγώνα και τη διεύρυνσή του, αποτέλεσμα της καθημερινής πολύωρης ζύμωσής μας στην Αθήνα και την επαρχία, κατάφεραν να δημιουργήσουν μεγάλο πολιτικό αποτύπωμα τόσο στην κεντρική πολιτική σκηνή, όσο και στον ίδιο τον αγωνιζόμενο κόσμο της εκπαίδευσης. Και όλα αυτά σε μια περίοδο κινηματικής νηνεμίας, όπου η φράση “πανεκπαιδευτική εξέγερση” θα φάνταζε τουλάχιστον ουτοπική.
Το εκπαιδευτικό κίνημα, λοιπόν, έσπασε την κανονικότητα της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αναδιπλώθηκε μεταθέτοντας την ψήφιση του νομοσχεδίου των απολύσεων από μέρα σε μέρα, μετρούσε τα κουκιά της και εν μέσω κατασυκοφάντησης του εκπαιδευτικού κινήματος, πέρασε μέσα στη βουλή την περαιτέρω ελαστικοποίηση της εργασίας μας. Όλο το αστικό μπλοκ και τα μέσα ενημέρωσής του, προπαγάνδιζαν την ήττα των εκπαιδευτικών. Ότι, δηλαδή, ο αγώνας τελείωσε, η “τάξη” βασιλεύει στην εκπαίδευση, η “ηχηρή μειοψηφία” έκανε το καθήκον της και τώρα είναι καιρός να επιστρέψουμε στην κανονικότητα, στα σπίτια μας και στις δουλειές μας. Εμείς το μόνο που έχουμε να πούμε πάνω σε αυτό, παραφράζοντας ένα κείμενο γραμμένο έναν αιώνα πριν, για μια άλλη εβδομάδα, είναι πως η “τάξη” τους είναι χτισμένη πάνω σε άμμο κι ότι ο αγώνας όχι απλά θα υψωθεί ξανά, αλλά μόλις τώρα άρχισε.
Γιατί ο αγώνας για τα δικαιώματά μας, ο αγώνας για την ανατίμηση της τάξης μας, είναι μια συνεχής και διαρκή διαδικασία. Δεν αναμετριέται μόνο με τις ψηφίσεις των νομοσχεδίων, δεν αναμετριέται μόνο στην έναρξη ή τη λήξη των απεργιών. Δεν μετριέται με όρους νίκης και ήττας. Έχουμε κερδίσει πολλά περισσότερα από αυτά που η κυβέρνηση προπαγανδίζει ότι έχουμε χάσει. Γιατί έχουμε κερδίσει μια συλλογική κινηματική κουλτούρα μεταξύ των συναδέλφων, έχουμε κερδίσει τους δρόμους και την κοινωνία. Έχουμε κερδίσει μια αγωνιστική εμπειρία η οποία ολοένα θα μεγαλώνει. Είναι αυτή η οποία πλάι στη δυναμικότητα και την αποφασιστικότητά μας, θα δώσει ξανά με μαζικούς και απεργιακούς όρους τη μάχη ενάντια στην περαιτέρω υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου και την επιβολή των ταξικών φραγμών σε αυτό, τη μάχη για την οριστική κατάργηση του νόμου-εκτρώματος, για τη σύνδεση και τον συντονισμό των αγώνων όλης της εργατικής τάξης, για το σχολείο και ευρύτερα την κοινωνία σύμφωνα με τις δικές μας ανάγκες, όπως ακριβώς την ονειρευόμαστε εμείς.
Ο τίτλος του άρθρου, όπως και μια φράση του κειμένου, παραφρασμένη, είναι δανεισμένα από το “Η τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο” της Ρ. Λούξεμπουργκ ↑